Η σκηνοθέτρια μας μιλά για την πρώτη γυναίκα που έκανε brand name το όνομα της, μια γυναίκα ανεξάρτητη, έναν Μύθο που αποκαλύπτεται στη νέα παραγωγή της ΕΡΤ "Η Μαρία που έγινε Κάλλας".
La Divina, η "θεϊκή". Η Μαρία Κάλλας που αποθεώθηκε από το κοινό και τον κόσμο των Τεχνών, η μεγάλη ντίβα που καθήλωσε με τις ερμηνείες της κατακτώντας κάθε κορυφή. Ο Μύθος που όμως κάποτε υπήρξε κάποτε απλώς ένα μικρό κορίτσι. Το παιδί μιας υπερφιλόδοξης μητέρας, της Λίτσας Δημητριάδου, η οποία καταγόταν από μια αστική οικογενεία και του Γιώργου Καλογερόπουλου, φαρμακοποιού στο Μελιγαλά που έπειτα μετοίκησαν μαζί στην Αμερική. Όταν οι γονείς της χώρισαν, η Μαρία επέστρεψε στην Ελλάδα με τη μητέρα της και την αδερφή της Υακίνθη (ή αλλιώς Τζάκι). Η Τζάκι ήταν το όμορφο κορίτσι της οικογένειας, η Μαρία ήταν το ασχημόπαπο με τη θεϊκή φωνή, η μία θα έπρεπε να παντρευτεί, η άλλη θα έπρεπε να κάνει καριέρα, την καριέρα που ονειρευόταν να κάνει η μητέρα της, αλλά δεν τα κατάφερε.
Οι τρεις του έφτασαν στην Ελλάδα τον Μάιο του 1937. Τότε θα ξεκινήσει η μουσική εκπαίδευση της Μαρίας, αλλά μαζί θα ξεκινήσει και ο πόλεμος. Στα νεανικά χρόνια της Divina, σε αυτή την εν πολλοίς άγνωστη περίοδο της ζωής της, επικεντρώνεται η βιογραφική σειρά 10 επεισοδίων της Όλγα Μαλέα "Η Μαρία που έγινε Κάλλας", η οποία βασίζεται στο βιβλίο "Η άγνωστη Κάλλας" του ιστορικού Νικόλα Πετσάλη-Διομήδη. Η σειρά θα μεταδοθεί αποκλειστικά από το ERTFLIX, με τα πρώτα πέντε επεισόδια να είναι διαθέσιμα στην πλατφόρμα από την Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου και τα επόμενα πέντε να είναι διαθέσιμα στις 27 Δεκεμβρίου.
Η Όλγα Μαλέα μίλησε στο Madame Figaro για αυτό το μικρό κορίτσι που κατέβηκε από το πλοίο τον Σεπτέμβριο του 1937 φτάνοντας στην Αθήνα, για να επιβιβαστεί μόνη της τον Σεπτέμβριο του 1945 επιστρέφοντας στις ΗΠΑ. Αυτή την περίοδο της ζωής της καλύπτει η νέα σειρά. Η σκηνοθέτρια αποκαλύπτει όσα την γοήτευσαν προσωπικά στην ιστορία της νεαρής Κάλλας και μας μιλά για τον αμφιλεγόμενο ρόλο της μητέρας της στη ζωή της σοπράνο, ενώ μοιράζεται επίσης και το δικό της όραμα για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση.
-Ξεκινώντας ήθελα να σας ρωτήσω τι ήταν αυτό που σας γοήτευσε προσωπικά σε αυτή την ιστορία;
Θα έλεγα το γεγονός πως η Μαρία είναι ένα κορίτσι το οποίο ψάχνει την αγάπη και σκοντάφτει στο ταλέντο του. Παράλληλα, έχει μια μητέρα που της λέει: "αν τραγουδήσεις, θα σε λατρέψει όλος ο κόσμος", το οποίο είναι αλήθεια, αλλά δεν ικανοποίησε την ανάγκη της Μαρίας για αγάπη. Έχουμε λοιπόν μια φανταστική περίπτωση σύγκρουσης.
-Η μητέρα της, η Λίτσα Δημητριάδου τι άνθρωπος ήταν;
Η μητέρα της είχε κερδίσει βραβείο πρωτοεμφανιζόμενης ηθοποιού, ήθελε να γίνει ηθοποιός, αλλά η δική της μητέρα της είχε πει: "μπουλουχτσού εσύ δεν θα γίνεις, θα παντρευτείς έναν καλό άνθρωπο". Και όντως την πάντρεψαν με έναν φαρμακοποιό κι έκανε δύο παιδιά. Πριν γεννήσει τη Μαρία το ζευγάρι είχε χάσει έναν γιο. Απώλεια που είχε στοιχίσει πολύ στη μητέρα της. Η Μαρία ρώτησε κάποτε την αδερφή της αν ήταν αλήθεια πως η μητέρα τους έκανε μήνες να την πιάσει στην αγκαλιά της, κάτι που της είχε πει η γιαγιά της. Η Τζάκι το διέψευσε, όμως δεν ξέρουμε τι πραγματικά συνέβη.
Αναμφίβολα όμως η μητέρα της Κάλλας είχε ενόραση, είχε αντιληφθεί το ταλέντο της, κι ας έχει στα 16 της τα παραπάνω κιλά, τα σπυράκια και τα φτωχοφουστανάκια της. Ήταν φιλόδοξη, ήθελε η κόρη της να πετύχει. Από την άλλη η δασκάλα της Μαρίας, η Ελβίρα ντε Ιντάλγκο προέτρεπε το κορίτσι να ζήσει, να ερωτευτεί γιατί πώς αλλιώς θα μπορούσε να ενσαρκώνει τις ηρωίδες της όπερας; Η Τόσκα για παράδειγμα έχει ερωτευτεί παράφορα. "Ερωτεύσου" της έλεγε η μία προτρέποντας την να αφεθεί στη ζωή, "Παναγία μου, αν ερωτευτεί την χάσαμε, δεν θα ξαναμελετήσει" έλεγε η άλλη.
Η μητέρα της επαναλάμβανε στην Κάλλας πως: "αυτό που κερδίζουν τα άλλα κορίτσια με χίλιους δυο τρόπους, εσύ το κερδίζεις με το δώρο που σου δόθηκε, τη φωνή σου". Όταν η Ελένη Ράντου διάβασε το σενάριο επέλεξε να παίξει τη μητέρα. Δεν το περιμέναμε. "Τι γίνεται τώρα;" σκεφτήκαμε, "ποια θα παίξει τη δασκάλα;". Ευτυχώς δέχτηκε η Ρένια Λουϊζίδου.

-Σήμερα πώς θα έβλεπε η κοινωνία αυτή τη μαμά;
Μάλλον ως κακοποιητική, μία μαμά που επεδίωκε την κοινωνική της αναγνώριση και ανέλιξη μέσα από την κόρη της. Ξέρετε, οι κοινωνίες ωριμάζουν και προχωράνε. Κάποτε οι ίδιοι οι ψυχαναλυτές έκαναν σχέσεις με τις θεραπευόμενες τους. Σήμερα, χάνουν την άδειά τους αν συμβεί κάτι τέτοιο. Πιστεύω ότι κάποια στιγμή θα απαγορευτεί να είναι manager των παιδιών τους, οι γονείς τους. Το έχουμε δει και στον αθλητισμό. Οι γονείς θα πρέπει να βρίσκονται στο πλευρό των παιδιών τους ως γονείς, όχι ως managers.
-O πατέρας της Μαρίας;
Ήταν φαρμακοποιός, αλλά απατούσε διαρκώς τη μητέρα της, ακόμη και με την καλύτερη της φίλη. Και η Μαρία το μαθαίνει αυτό. Μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν στο "στρατόπεδο" του πατέρα της. Ήθελε να γίνει κι εκείνη φαρμακοποιός και να τραγουδάει ρεμπέτικα. Εκείνη τη στιγμή όμως φεύγει από το άρμα του πατέρα και πηγαίνει με στο άρμα της μανούλας που το μόνο που λέει είναι: "τραγούδα, τραγούδα, τραγούδα".
-Τελικά η Κάλλας ήθελε ή δεν ήθελε να γίνει τραγουδίστρια;
Δεν ήθελε ιδιαίτερα. Την πίεσαν. Το ταλέντο της ήταν τόσο εμφανές που όλοι της έλεγαν ότι δεν μπορεί να το αγνοήσει. Η ίδια είχε όμως στόχο την αγάπη, ενώ οι άλλοι γύρω της είχαν ως προτεραιότητα την αξιοποίηση του ταλέντου της, θεωρούσαν πως "αυτό το ταλέντο ανήκει στον κόσμο". Κι αυτό το αναγνώριζαν όχι μόνοι οι Έλληνες, αλλά και οι Ιταλοί και οι Γερμανοί, δηλαδή οι κατακτητές.
-Τον ρόλο ανέλαβε η Κλεοπάτρα Ελευθεριάδου, πρωτοεμφανιζόμενη λυρική σοπράνο και φοιτήτρια υποκριτικής. Πώς στηρίζει μια σκηνοθέτρια μια νέα ηθοποιό που πρέπει να υποδυθεί την… Κάλλας στον πρώτο ρόλο της ζωής της;
Η Κλεοπάτρα είναι μόλις είκοσι χρονών και δεν έχει ξαναπαίξει ποτέ! Ήταν εξαιρετική όμως γιατί, μεταξύ άλλων, ήταν πολύ πειστική στα κομμάτια που τραγουδούσε, καθώς τραγουδάει και η ίδια. Στα πιο δύσκολα κομμάτια της Κάλλας μας βοήθησε η Βιολέττα Λούστα, που είναι μια υπέροχη σοπράνο και τη φωνή της οποίας χρησιμοποιήσαμε ως play back. Κι αυτό γιατί η Μαρία είναι ακόμα πολύ μικρή και δεν έχει προλάβει να εξελίξει τη φωνή της τόσο. Ξέρετε σε όποιο ωδείο κι αν πάει κανείς, όσες πρόβες και να κάνει η μουσική χρειάζεται εργατοώρες. Ακόμη και η Κάλλας χρειάστηκε χρόνο για να γίνει το φαινόμενο που έγινε.
Εμείς λοιπόν χωρίσαμε τη δουλειά πλάνο- πλάνο, δηλαδή η διαδικασία μοιάζει σαν να τρώει κανείς ελέφαντα με το κουταλάκι. Έτσι μιλούσαμε για τις λεπτομέρειες του κάθε πλάνου, ακριβώς για να μην νιώσει η Κλεοπάτρα το βάρος ότι επωμίζεται έναν θρύλο. Θα πρέπει να πω ότι είμαι πολύ συγκινημένη γιατί οι ηθοποιοί που πλαισίωσαν την Κλεοπάτρα, καλλιτέχνες που είναι ήδη σταρ, της έκαναν χώρο και την προστάτευσαν, την υποστήριξαν και αυτό το θεωρώ υπέροχο.

-Πώς προετοιμαστήκατε εσείς;
Διάβασα πολύ. Καταρχήν το βιβλίο του Νικόλα Πετσάλη-Διομήδη και πολλά άλλα. Έμαθα περισσότερα για την περίοδο της Κατοχής, γιατί είμαστε ανιστόρητοι. Όπως για το γεγονός πως υπήρχε οργασμός δημόσιων έργων στην Ελλάδα και ίδρυσης εταιριών. Τότε, το 1940-1942 όλοι πίστευαν ότι οι Γερμανοί είχαν έρθει για να μείνουν. Οι Γερμανοί δρομολογούσαν λοιπόν έργα, ήθελαν τα εργοστάσια ανοιχτά, ήθελαν να υπάρχει παραγωγή και οι άνθρωποι συνεργαζόντουσαν. Η εικόνα άλλαξε με την αποχώρηση του Μουσολίνι, τότε κλυδωνίστηκε η Γερμανία, τότε άλλαξαν τα πράγματα. Και βέβαια οι Γερμανοί και οι Ιταλοί αγαπούσαν τις Τέχνες. Τα Ωδεία λειτουργούσαν κανονικά επί κατοχής και ανέβαζαν πέντε όπερες τον χρόνο, είχαν 137 τραγουδιστές μόνιμους στη Λυρική Σκηνή (τώρα έχουμε 65) κι ανέβαζαν παραστάσεις. Ακούσαν λοιπόν κάποιοι από τους κατακτητές αυτό το κορίτσι, και είπαν στους διευθυντές των ωδείων "να βάλετε αυτή" και εκείνοι απαντούσαν: "μα έχουμε καλύτερες τραγουδίστριες, πιο έτοιμες, πιο δουλεμένες". Εκείνοι επέμεναν στην Κάλλας αναγνωρίζοντας το ιδιαίτερο ταλέντο της.
-Θα υπάρξει συνέχεια στη σειρά; Δεύτερη, τρίτη σεζόν;
Δεν το ξέρουμε ακόμη αυτό, πάντως, αν συμβεί θα πρέπει να γίνει κάποια συμπαραγωγή με άλλες χώρες. Εμείς ήμασταν τυχεροί γιατί μας βοήθησε τόσο η ΕΡΤ, αλλά και όλοι οι άνθρωποι που μας παραχώρησαν αυθεντικούς χώρους, όπου έζησε κι έδωσε παραστάσεις η Κάλλας. Κανείς άλλος δεν θα είχε τέτοιο προνόμιο. Κάναμε γυρίσαμτα στην παλιά Λυρική Σκηνή στην οδό Ακαδημίας, στο οποίο η νεαρή Μαρία Κάλλας έκανε τις πρώτες παραστάσεις της. Καταφέραμε επίσης να κάνουμε γυρίσματα στο σπίτι της στην οδό Πατησίων, το οποίο ανακαινίζεται από τη σοπράνο Βάσω Παπαντωνίου, τη σύζυγο του Βασίλη Βασιλικού, εκεί που θα στεγάζεται η "Ακαδημία Τραγουδιού Μαρία Κάλλας". Σταμάτησαν οι εργασίες στο εργοτάξιο για να καταφέρουμε να κάνουμε τα γυρίσματά μας.

-Προσωπικά ποιες ιστορίες και θεματικές σας ενδιαφέρουν πιο πολύ;
Οι ιστορίες των γυναικών και των κοριτσιών. Με ενδιαφέρει πολύ να επαναπροσδιοριστούν τα όρια και το πως αντιμετωπίζουμε τις γυναίκες στην κοινωνία. Δεν μπορεί να περιορίζονται ακόμη οι γυναίκες στον ρόλο της ερωμένης και του αντικείμενου του πόθου. Δεν θέλω να ξαναδώ μια 18χρονη που έχει ερωτευτεί έναν πενηντάρη. Δεν θέλω. Σκοπός είναι να αφηγούμαστε σενάρια και ιστορίες που διευρύνουν τα όρια του τρόπου που απεικονίζουμε τις γυναίκες, προκειμένου να μετακινήθουμε συνολικά ως κοινωνία.
-Όπως π.χ με τις "Τρεις πινακίδες έξω από το Έμπινγκ, στο Μιζούρι";
Ναι ακριβώς! Μια απίστευτη ταινία για μια μητέρα που αναζητούσε την αλήθεια για το παιδί της, μια γυναίκα ακλόνητη, δυνατή. Και τι ηθοποιός η Φράνσις ΜακΝτόρμαντ. Είμαι τόσο χαρούμενη που γνώρισε τέτοια επιτυχία αυτή η ταινία. Γυναίκες που σπάνε τα καλούπια. Και η ιστορία της Κάλλας είναι ιστορία δυναμική και αισιόδοξη γιατί και η Κάλλας διεύρυνε τα όρια, είναι η πρώτη γυναίκα που έκανε άλλωστε το όνομά της brand name, εκείνη και η Φρίντα Κάλο.
-Έχουν αλλάξει τα πράγματα για τις γυναίκες στον κινηματογράφο; Για τις σκηνοθέτριες;
Ναι θα έλεγα ότι έχουν αλλάξει πολύ από το 1997, την εποχή που έκανα τον "Οργασμό της Αγελάδας". Τότε μου είχε πει κάποιος από τους τεχνικούς "και τι θα κάνω κούκλα μου όταν βάλεις τα κλάματα;". Γιατί προεξοφλούσε ότι θα βάλω τα κλάματα για κάποιο λόγο. Σήμερα δεν είναι έτσι, ούτε γίνονται σεξιστικά αστεία και σχόλια. Όμως, υπάρχει ακόμα θέμα όταν έχεις θέση εξουσίας. Το να βάλει μια φωνή ένας άνδρας σκηνοθέτης (κι όταν όντως υπάρχει λόγος) εκλαμβάνεται ως μαγκιά, η γυναίκα παραμένει στρίγγλα. Όμως, ξέρετε κάτι; Το φύλο μου μού δίνει προβάδισμα γιατί έχω ζήσει εμπειρίες, έχω ζήσει καταστάσεις "στο πετσί" μου, έχω ιστορίες να αφηγηθώ. Αλλά ναι, θα πρέπει ακόμα να βρίσκω τρόπους να ελίσσομαι με πιο σύνθετους τρόπους απ΄ ό,τι ένας άντρας για να επιβάλλω αυτό που πρέπει να γίνει.