Σε πρόσωπο των ημερών αναδείχθηκε η διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης μετά τον βανδαλισμό έργων της έκθεσης Η σαγήνη του αλλόκοτου.
Από τον Ιούλιο του 2022 η Συραγώ Τσιάρα ανέλαβε τη διευθύνση της Εθνικής Πινακοθήκης Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτσου. Σίγουρα, δεν θα φανταζόταν τότε ότι οι εκθέσεις που θα επέλεγε και θα επιμελούνταν μέσα στην πενατετή θητεία της θα είχαν το αποτέλεσμα που είδαμε τη Δευτέρα 10 Μαρτίου. Ο βανδαλισμός των έργων της έκθεσης Η σαγήνη του αλλόκοτου την έκανε ένα πρόσωπο των ημερών και μάλιστα το μεσημέρι της Τρίτης έδωσε συνέντευξη Τύπου σχετικά με το περιστατικό.
"Το ξέρω ότι δεν είμαι διευθύντρια ποια του Μουσείου Σύχγρονης Τέχνης και ότι είμαι διευθύντρια του Μουσείου της Εθνικής Πινακοθήκης, το ξέρω πάρα πολύ καλά. Κατά τη γνώμη μου μου, συνειδητά τουλάχιστον, και με κάθε ειλικρίνεια, ούτε μου πέρασε από το μυαλό ούτε σκόπευα να προκαλέσω το κοινό αίσθημα. Κι αν δεν γινόταν αυτή η ενορχηστρωμένη επίθεση, νόμιζω ότι οι όποιες αντιδράσεις θα ήταν στο πλαίσιο του λογικώς αναμενόμενου και που θα μπορούσε να συμβεί και σε άλλες εκθέσεις" είπε ανάμεσα σε άλλα.
Ποια είναι όμως η διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης;
Γεννημένη στη Λάρισα το 1968, σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης (1985 – 1989).
Πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στην Κοινωνική Ιστορία της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο του Leeds, στην Αγγλία. Τίτλος μεταπτυχιακής διατριβής: "Οριενταλισμός και εθνική διαφορά".
Εκπόνησε τη διδακτορική της διατριβή στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης με θέμα το ρόλο της δημόσιας γλυπτικής στη διαμόρφωση της εθνικής μνήμης και αναγορεύτηκε διδάκτωρ το 2000.
Το 2002 κατέλαβε θέση επιμελήτριας – ιστορικού τέχνης στο Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, με κύριο έργο την έρευνα, μελέτη, τεκμηρίωση και εκθεσιακή προβολή της Συλλογής Κωστάκη Ρωσικής Πρωτοπορίας στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Παράλληλα, δίδαξε με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου για τρία πανεπιστημιακά έτη "Δημόσια Τέχνη", "Εισαγωγή στη Θεωρία και Μεθοδολογία της Τέχνης", "Κινήματα του Μοντερνισμού και Ιστορικές Πρωτοπορίες" στο Τμήμα Ιστορίας – Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (2003 – 2006).
Από το 2007 μέχρι το 2020 ανέλαβε τη διεύθυνση του Κέντρου Σύγχρονης Τέχνης του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης.
Από το 2017 μέχρι το 2022 διηύθυνε τη Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης.
Από το 2018 μέχρι το 2022 διηύθυνε το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης – Συλλογές Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης του Μητροπολιτικού Οργανισμού Μουσείων Εικαστικών Τεχνών Θεσσαλονίκης – MOMus
Το 2009 συνεπιμελήθηκε τη 2η Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης – "Πράξις. Τέχνη σε Αβέβαιους Καιρούς" με τη Bisi Silva και τη Gabriela Salgado.
Διετέλεσε επιμελήτρια του Ελληνικού Περιπτέρου στην 55η Μπιενάλε της Βενετίας ενώ στην 58η Μπιενάλε της Βενετίας ανέλαβε τα καθήκοντα της εθνικής επιτρόπου.
Το 2019 εργάστηκε μαζί με τον Δημήτρη Αντωνακάκη στη διεύθυνση του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης για να ανοίξει το ΕΜΣΤ στο κοινό. Την ίδια χρονιά ολοκλήρωσε την επιμέλεια της επανέκθεσης της μόνιμης συλλογής στη Δημοτική Πινακοθήκη Λάρισας – Μουσείο Γ.Ι. Κατσίγρα.
Συνολικά έχει επιμεληθεί πάνω από πενήντα εκθέσεις τέχνης στην Ελλάδα και το εξωτερικό, οργανώνει ή/και συμμετέχει σε συνέδρια, παραδίδει μαθήματα, συγγράφει και εκδίδει επιστημονικές μελέτες και βιβλία. Επίσης δίνει διαλέξεις κυρίως πάνω σε ζητήματα σχέσεων τέχνης και πολιτικής, μνήμης, ταυτότητας, επιμελητικών πρακτικών και διασύνδεσης της σύγχρονης τέχνης με τους αρχαιολογικούς χώρους και τη δημόσια σφαίρα.