Όταν μιλάμε για τη B.B. δεν μιλάμε απλώς για μια "όμορφη γυναίκα". Μιλάμε για μια πολιτισμική σεισμική δόνηση.
Η σύγχρονη εμμονή με την "καθαρή" ομορφιά, το "clean girl aesthetic" και την επιτηδευμένη ινσταγκραμική τελειότητα δεν είναι παρά άλλη μία τάση. Και όπως συχνά συμβαίνει με τις τάσεις, τους λείπει το νεύρο – λείπει η ιστορία. Γι’ αυτό αν ψάχνεις τη στιγμή που η ομορφιά ενέπνευσε την ανθρωπότητα για την ίδια τη ζωή, πρέπει να κοιτάξεις πίσω, αρκετά πιο πίσω, τη στιγμή που η Γαλλία, και κατ' επέκταση ο κόσμος, γνώρισε τη Brigitte Bardot.
Η μεταπολεμική έκρηξη βιταλισμού
Σκέφτομαι πώς για να κατανοήσει κανείς το φαινόμενο Brigitte Bardot, πρέπει να αντιληφθεί το γκρίζο φόντο πάνω στο οποίο σχηματίστηκε. Βρισκόμαστε στα τέλη της δεκαετίας του '40 με αρχές του '50. Η Ευρώπη αναδύεται τραυματισμένη από τα ερείπια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Υπάρχει πένθος, υπάρχει στέρηση, υπάρχει μια συντηρητική προσκόλληση στην "ταξη" ως μηχανισμό άμυνας. Η μόδα, με το "New Look" του Dior, προσπαθεί να επαναφέρει τη γυναίκα σε καλούπια: σφιχτοί κορσέδες, άψογα χτενίσματα, μια ομορφιά "κυρίας", καθωσπρέπει και ασφαλής.
Και ξαφνικά, εμφανίζεται εκείνη.
Εκείνη δεν ήταν αυτό. Εκείνη ήταν το "femme-enfant". Η γυναίκα-παιδί. Το πρόσωπό της είχε την αθωότητα ενός μωρού (το περίφημο "μπεμπέ" στοιχείο), αλλά το σώμα και η ενέργειά της εξέπεμπαν έναν ωμό, σχεδόν ζωώδη αισθησιασμό. Ήταν η ενσάρκωση της χαράς που είχε στερηθεί η ανθρωπότητα για μια δεκαετία. Γι’ αυτό δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι η Bardot λειτούργησε ως το αντίδοτο στη μιζέρια του πολέμου. Η Bardot δεν ζητούσε άδεια για να υπάρχει. Ήταν μια έκρηξη βιταλισμού, μια υπενθύμιση ότι το σώμα δεν είναι φτιαγμένο μόνο για πόνο ή μητρότητα, αλλά για ηδονή.
Και ο Θεός... έπλασε τη γυναίκα
Κινηματογραφικά, η στιγμή της "μεγάλης έκρηξης" είναι αδιαμφισβήτητα το 1956, με την ταινία "Και ο Θεός... έπλασε τη γυναίκα" (Et Dieu... créa la femme) του Roger Vadim. Ο Vadim, ως σύγχρονος Πυγμαλίων, δεν σκηνοθέτησε απλώς μια ηθοποιό, αλλά μας παρουσίασε το φαινόμενο B.B. (είναι μπεμπέ).
Στη σκηνή όπου η Juliette (Bardot) χορεύει mambo, ξυπόλητη, ιδρωμένη, με τα μαλλιά της ανακατεμένα, το κοινό δεν έβλεπε απλώς μια χορογραφία. Έβλεπε την κατάρρευση των ηθικών φραγμών της αστικής τάξης. Άλλωστε η Bardot δεν ήταν η μοιραία γυναίκα των noir που τιμωρείται στο τέλος. Ήταν μια γυναίκα χωρίς ενοχές. Και κάπως έτσι το στυλ της στην οθόνη – το ατημέλητο, το φυσικό, το "μόλις σηκώθηκα από το κρεβάτι" – έγινε το απόλυτο beauty statement. Σε αντίθεση με την πλαστική τελειότητα του Hollywood, η Bardot ίδρωνε, κοκκίνιζε, και τα μαλλιά της χάλαγαν. Και αυτό ήταν ακαταμάχητο.
Δεν είναι τυχαίο ότι η μεγάλη Simone de Beauvoir, το 1959, στο περίφημο δοκίμιό της "The Lolita Syndrome" αφιέρωσε σελίδες στην Bardot. Την περιέγραψε ως την "ατμομηχανή της γυναικείας ιστορίας" και δήλωσε ότι η B.B. ήταν "τόσο κυνηγός όσο και θήραμα". Η Beauvoir εντόπισε αυτό που οι συντηρητικοί κριτικοί μισούσαν: η Bardot έτρωγε όταν πεινούσε, και ερωτευόταν ακριβώς με την ίδια φυσικότητα. Δεν ήταν αντικείμενο, αλλά υποκείμενο της επιθυμίας της. Και αυτό, από μόνο του, ήταν επαναστατικό. Και beauty statement.
Η ατημέλητη τελειότητα της B.B.
Το beauty look της Brigitte Bardot όμως δεν ήταν …"ατύχημα", αλλά μια μελετημένη αποδόμηση των κανόνων.
Το "coiffé-décoiffé" του Jacques Dessange
Δεν μπορούμε να μιλήσουμε για την ομορφιά της Bardot χωρίς να αναφέρουμε τον άνθρωπο που απελευθέρωσε τα μαλλιά της: τον θρυλικό hair stylist Jacques Dessange. Μέχρι τότε, η κομμωτική ήταν "γλυπτική" με λακ-μπετόν. Ο Dessange, δουλεύοντας πάνω στην B.B., εφηύρε την τεχνική του "coiffé-décoiffé" (χτενισμένο-αχτένιστο ας πούμε). Όπως έχουν επισημάνει experts το περίφημο "choucroute" (το σινιόν-σφηκοφωλιά δηλαδή) δεν ήταν απλώς όγκος. Ήταν δομημένο έτσι ώστε να αφήνει τουφάκια να "δραπετεύουν" στον αυχένα και τους κροτάφους, ενώ οι curtain bangs (οι περιβόητες αφέλειες της) κόπηκαν επίτηδες άνισα για να τονίζουν τα ζυγωματικά χωρίς να σκληραίνουν το βλέμμα.
Το "sleepy eye" effect
Η Bardot δεν έβαζε απλώς eyeliner. Έκανε contouring στα μάτια. Σε αντίθεση με το γραφιστικό liner της Twiggy, η Bardot (συχνά βαφόταν μόνη της στα γυρίσματα) χρησιμοποιούσε μαλακό μολύβι kohl, το οποίο "μουντζούρωνε" και στην κάτω γραμμή των βλεφαρίδων, αλλά και στην κόγχη του ματιού (crease). Αυτό δημιουργούσε το λεγόμενο "heavy-lidded look", ένα βλέμμα που δείχνει διαρκώς νυσταγμένο ή ερωτικό – όπως το πάρει κανείς. Δεν υπήρχε "καθαρή γραμμή" πάντως. Υπήρχε σκιά και βάθος.
Όχι στα έντονα χείλη
Εδώ έχουμε μάλλον μια καινοτομία που σόκαρε την εποχή, αφού στα 50s, γυναίκα χωρίς χρώμα στα χείλη θεωρούνταν "άρρωστη". Η Bardot καθιέρωσε το pale nude. Λέγεται, μάλιστα, ότι συχνά κάλυπτε τα χείλη της με λίγο foundation ή πολύ ανοιχτόχρωμο ροζ, για να εξαφανίσει το φυσικό κόκκινο των χειλιών. Ωστόσο –και εδώ είναι η ευφυΐα της– χρησιμοποιούσε ένα μολύβι σε φυσικό τόνο για να υπερτονίσει το "cupid's bow" στο άνω χείλος. Το αποτέλεσμα; Τα χείλη της φαίνονταν σαρκώδη και ταυτόχρονα το στόμα της "παιδικό", δημιουργώντας την τέλεια αντίθεση με τα έντονα σαγηνευτικά μάτια της.
Η επιδερμίδα "St. Tropez"
Πριν την Bardot, η αριστοκρατική ομορφιά επέβαλε λευκό δέρμα (ένα σημάδι ότι δεν δουλεύεις στους αγρούς). Η Bardot ανέτρεψε την κοινωνική τάξη μέσω του μαυρίσματος. Σύμφωνα με αναλύσεις από ιστορικούς μόδας του FIT (Fashion Institute of Technology), η Bardot έκανε το μαύρισμα status symbol. Η επιδερμίδα της δεν ήταν "ματ και πούδρινη" όπως της Monroe. Είχε γυαλάδα, είχε φακίδες που δεν έκρυβε (κάτι αδιανόητο για την εποχή) και έδειχνε υγιής. Ήταν η γέννηση του "sun-kissed aesthetic" που σήμερα θεωρούμε δεδομένο, αλλά τότε ήταν η απόλυτη ένδειξη μιας γυναίκας που ζει τη ζωή της έξω από τους τέσσερις τοίχους.
The aftermath
Η αποχώρηση της Bardot από τα φώτα της δημοσιότητας το 1973, μόλις στα 39 της χρόνια, ήταν σοκαριστική αλλά συνεπής. Αποσύρθηκε στη La Madrague για να αφοσιωθεί στα ζώα, αρνούμενη να γεράσει μπροστά στον φακό και αρνούμενη τις πλαστικές επεμβάσεις.
Μάλιστα, εν συνεχεία, η γυναίκα που κάποτε συμβόλιζε την απόλυτη ελευθερία της Γαλλίας, κατέληξε να εκπροσωπεί την πιο κλειστή, ξενοφοβική και συντηρητική πλευρά της χώρας. Λάτρευε τα ζώα περισσότερο από τους ανθρώπους, ενώ όπως χαρακτηριστικά έγραψε η Libération "η Bardot προσπάθησε να σώσει τις φώκες, αλλά άφησε την εικόνα της να πνιγεί σε μια θάλασσα μίσους", με τις καταδίκες της για υποκίνηση φυλετικού μίσους να σχολιάζονται από τα διεθνή μέσα ως η "θλιβερή δύση" ενός μύθου.
Φυσικά κανείς δεν θα μπορούσε να τα παραβλέψει όλα αυτά. Όμως ως beauty icon, η Brigitte Bardot παραμένει αξεπέραστη. Ίσως ως ιστορικό πρόσωπο να είναι η απόδειξη ότι η ομορφιά δεν εγγυάται τη σοφία. Αλλά ένα είναι σίγουρο, ότι ακόμα κι έτσι, αδυνατούμε να μείνουμε ασυγκίνητοι μπροστά στη συγκλονιστική της εικόνα – όπως και να σταματήσουμε να αντιγράφουμε τον τρόπο που φορούσε το eyeliner.