Μούσα του Λαρς Φον Τρίερ και του Nicholas Ghesquiere. Κόρη του Σερζ Γκενσμπούργκ και της Τζέιν Μπίρκιν. Με τέτοιες συστάσεις, δύσκολα γλιτώνεις από τον τίτλο της σούπερ σταρ των εναλλακτικών.
Δείχνει ευάλωτη, εύθραυστη, αλλά στην ουσία σφύζει από δυναμισμό. Παραδέχεται την αδυναμία της στο δράμα, δεν αφορίζει όμως την κωμωδία. Απαρνιέται τον ρόλο της σταρ, αλλά όταν πρέπει, τον ενσαρκώνει σωστά, όπως αναλογεί στο βαρύ όνομά της. Η γοητευτική Σαρλότ Γκενσμπούργκ, που ξεκίνησε την καριέρα της σε ηλικία 13 ετών, ξαπλωμένη στο κρεβάτι με τον πατέρα της Σερζ για το βιντεοκλίπ του τραγουδιού Lemon Incest, είναι ο καρπός του έρωτα ενός μυθικού ζευγαριού των 70s
. Και παρά το βαρύ φορτίο, καταφέρνει να αυτονομηθεί και να διαγράψει την δική της, προσωπική πορεία. Ένα πολυτάλαντο πλάσμα, που εκφράζει τα καλλιτεχνικά της γονίδια όχι μόνο μέσα από τη μουσική, αλλά και από προκλητικές ερμηνείες στον avant-garde κινηματογράφο, όπως στον Αντίχριστο και στα δύο μέρη του Nymphomaniac. Και βεβαίως μέσα από το έμφυτο, ανεπιτήδευτα κομψό και σέξι προσωπικό της στυλ.
ΕΙΝΑΙ ΣΤΗ ΜΟΔΑ
Θα περίμενε κανείς ότι η μούσα του Λαρς Φον Τρίερ θα έπαιρνε της αποστάσεις της από τον κόσμο της μόδας, ακολουθώντας το αντι-στυλ των αβαγκαρντιστών, των εναλλακτικών, των μποέμ. Η Σαρλότ όμως λατρεύει τη μόδα – έστω και με τον δικό της, αβίαστο τρόπο. Και η μόδα τη λατρεύει, επίσης. Ο μοντερνιστής Nicholas Ghesquiere την επέλεξε ως μούσα του
“Εγώ, πρότυπο;” λέει χαμογελώντας, με μια κούπα τσάι στο χέρι. Φυσικά και τη χαρακτηρίζεις πρότυπο, ένα πρότυπο, όμως, που, μέσα από τις καλλιτεχνικές της επιλογές ξαφνιάζει, τσαλακώνοντας με πολύ μεγάλη ευκολία την εικόνα της. Ένα πρότυπο εναλλακτικό, που δεν έχει προσωπικό στυλίστα για τις δημόσιες εμφανίσεις της κι εμφανίζεται συχνά στο κόκκινο χαλί αμακιγιάριστη και με αχτένιστα, φυσικά μαλλιά. Ένα πρότυπο που κρύβει μυστήριο και προκαλεί έντονα συναισθήματα μέσα από μια πληθώρα συναρπαστικών και διαφορετικών ρόλων.
Όπως λέει κι ο σκηνοθέτης της νέας της ταινίας Trois Coeurs (Τρεις Καρδιές) Μπενουά Ζακό, “Η Σαρλότ δεν έχει την αίσθηση της εμπορικής πλευράς της τέχνης. Γυρνάει επιδεικτικά την πλάτη στο image. Θέλει να εκπλήσσει, να ξεκινάει με σημείο εκκίνησης τον ίδιο της τον εαυτό. Άλλωστε τα κάνει όλα τόσο καλά. Και ως ηθοποιός, και ως τραγουδίστρια, και ως μητέρα, και ως γυναίκα. Είναι αναμφίβολα εξαιρετικά χαρισματική, και κάθε φορά κάνει ένα βήμα παραπέρα ξεπερνώντας τον εαυτό της. Είναι από αυτές τις γυναίκες που δεν αφήνουν κανένα αδιάφορο”.
«Πρότυπο;», λέει η ίδια, “δεν έχω τι άλλο να πω, πέρα από το ότι κολακεύομαι. Απλώς δεν ξέρω ακριβώς τι εικόνα βγάζω προς τα έξω. Υπάρχει η εικόνα της «Μικρής Κλέφτρας» (σ.σ. από την ομώνυμη ταινία του Κλοντ Μιλέρ), για πολλά χρόνια αυτή της αιώνιας έφηβης, κι η μετά -τον -Λαρς Φον Τρίερ εποχή. Εγώ, όμως, δεν είμαι κολλημένη με τον εαυτό μου. Δεν με ενδιαφέρει κάτι τέτοιο”.
Εμείς πάλι, θέλαμε να γνωρίσουμε τη Σαρλότ, πέρα από το οικογενειακό πλαίσιο της μητέρας της Τζέιν Μπέρκιν, μούσας και it girl των '70s. Πέρα από τον αντισυμβατικό, εκκεντρικό αλλά και μεγάλο ερωτικό τραγουδοποιό Σερζ Γκενσμπούργκ – ένα ζευγάρι που έμεινε στην ιστορία για το ερωτικό, και ιδιαίτερα προκλητικό για την εποχή ντουέτο Je T' aime, Moi Non PLus. Θέλαμε να γνωρίσουμε τη Σαρλότ, που εδώ και 23 χρόνια ζει με τον σκηνοθέτη κι ηθοποιό Ιβάν Ατάλ και τα τρία παιδιά τους, τον Μπεν (16 ετών), την Αλίς (11 ετών) και την Τζο (2,5 ετών). Τη Σαρλότ με τις 47 ταινίες, τα 4 άλμπουμ, τα 2 βραβεία Σεζάρ κι ένα βραβείο Α’ Γυναικείου Ρόλου στο Φεστιβάλ Κανών.

Συνέχεια στη σελίδα 2
Μετά τον Λαρς Φον Τρίερ
Έχει ήδη ολοκληρώσει τέσσερις καινούργιες ταινίες που πρόκειται να προβληθούν μέχρι το τέλος του χρόνου. Τέσσερις νέες ταινίες, σε τέσσερις διαφορετικούς ρόλους και με τέσσερις σκηνοθέτες που δεν είχε συνεργαστεί ποτέ στο παρελθόν. Κι όλα αυτά μέσα σε έναν χρόνο.
Ξεκίνησε με τα γυρίσματα του Everything Will Be Fine (Όλα θα πάνε καλά) του Βιμ Βέντερς, όπου συμπρωταγωνιστεί με τον Τζέιμς Φράνκο. Ακολούθησε η ταινία Trois Coeurs (Τρεις Καρδιές ) του Μπενουά Ζακό, με ένα μικρό διάλειμμα για την Incompresa (Η Παρεξηγημένη) της Έιζια Αρτζέντο και τελευταία η συνεργασία της με τον σκηνοθέτη και τον πρωταγωνιστή-αποκάλυψη της παγκόσμιας επιτυχίας Οι Άθικτοι, Ερίκ Τολεντανό και Ομάρ Σι, αντίστοιχα, στην κωμωδία Samba (Σάμπα).
Τέσσερις νέες συνεργασίες, που επέλεξε πέρα από τα στενά κριτήρια του σεναρίου. “Μέχρι κάποια ηλικία φοβόμουν να ταπεινωθώ, δεν τολμούσα να μιλήσω, ήμουν απαθής. Τώρα πια ξέρω να παίρνω τις προφυλάξεις μου και το μόνο που με φοβίζει είναι ίσως η παρακμή. Μπορώ να διαχειριστώ την ανησυχία, την ανασφάλεια, τη θλίψη, την αμφιβολία. Με την πείρα ξέρεις τι ψάχνεις. Δεν αρκεί μόνο το ταλέντο σε έναν σκηνοθέτη, αλλά κι η ανθρωπιά του, η εμπιστοσύνη που εμπνέει στην ομάδα του που είναι τελικά κι ο καθρέφτης της δουλειάς του”.
Με τον Βιμ Βέντερς, η Σαρλότ Γκενσμπούργκ ένιωσε μια οικειότητα και μια αίσθηση γενναιοδωρίας στον τρόπο που δουλεύει. Με τον Μπενουά Ζακό εκτίμησε τη διάθεσή του να μοιράζεται, “είναι ο σκηνοθέτης που θα σε ρωτήσει πώς αντιλαμβάνεσαι εσύ μια συγκεκριμένη σκηνή”. Με κάποιες τέτοιες συνειδητοποιήσεις προσδιορίζεται κανείς ως επαγγελματίας. Με όσα φαίνονται, αλλά και με όσα υπονοούνται. "Στο πλατό η Σαρλότ είναι παρούσα κι αφουγκράζεται, πριν ξεκινήσει το γύρισμα. Αφουγκράζεται φωνές, θορύβους, ενώ παραμένει αμέτοχη. Η μελαγχολία της φιλτράρεται μέσα από μια ευθυμία, θα έλεγα, εφηβική. Τη διακρίνει μια, χωρίς προηγούμενο, γοητεία”, περιγράφει ο Μπενουά Ζακό τη συνεργασία του μαζί της.
Όσο για την ταινία Trois Coeurs (Τρεις Καρδιές) που θα προβληθεί στη Γαλλία τον Οκτώβριο, πρόκειται για την ιστορία μιας χαμένης αγάπης δύο αδελφών που είναι ερωτευμένες με τον ίδιο άντρα. Με συμπρωταγωνίστρια την “αδελφή” της Κιάρα Μαστρογιάνι, την “μητέρα” τους Κατρίν Ντενέβ και τον “εραστή” Μπενουά Πελβούρντ.
Η άμεση οικειότητα που ένιωσε με την Έιζια Αρτζέντο, με την οποία γνωρίστηκαν το 2012 , ήταν πάλι κάτι διαφορετικό. “Ήμαστε στα γυρίσματα της ταινίας Do Not Disturb (Μην Ενοχλείτε) του συζύγου μου Ιβάν Ατάλ και τα βρήκαμε αμέσως. Ίσως επειδή έχουμε κάτι κοινό, έχοντας μεγαλώσει κι οι δυο με διάσημους γονείς. Η Έιζια είναι πολύ ολοκληρωμένη, πολύ στρέιτ. Είναι τόσο ενθουσιώδης, που με έπεισε να κάνουμε τα γυρίσματα στα ιταλικά”. Κι έτσι, στη μέση των γυρισμάτων η Σαρλότ άρχισε να μιλάει ιταλικά. “Επί δύο μήνες άκουγα και παπαγάλιζα. Της έδειξα τυφλή εμπιστοσύνη”. Η ταινία, που πραγματεύεται τη σκληρή ενηλικίωση μιας έφηβης με τη Σαρλότ Γκενζμπούργκ στον ρόλο της μητέρας, προβλήθηκε στο φετινό Φεστιβάλ Κανών στο πλαίσιο του τμήματος Un Certain Regard. “Τα γυρίσματα έγιναν μέσα σε 6 ημέρες, με μηδενικό budget και με κάμερα Super 16. Είναι μια εμπειρία που τείνει να ξεχαστεί”. Και στον ρόλο της έφηβης και “παρεξηγημένης” Άρια, ένα κοριτσάκι μόλις 13 ετών, που την εντυπωσίασε με το παίξιμο, αλλά και τον ενθουσιασμό του. “Μου θύμισε λίγο τον εαυτό μου όταν ξεκινούσα, αλλά και πάλι εγώ δεν ήμουν τόσο ενθουσιώδης στην ηλικία της. Εγώ ένιωθα ότι έκανα μια δουλειά, επειδή μου την είχαν αναθέσει κι όχι επειδή είχα νιώσει την ανάγκη να την κάνω. Η ικανοποίηση κι η επιθυμία ήρθαν αργότερα. Για μένα ήταν κατά κάποιο τρόπο “κληρονομικό”, δεν αισθάνθηκα ποτέ την ανάγκη να εκφραστώ με αυτόν τον τρόπο ή τουλάχιστον μπορεί να την ένιωσα χωρίς να το συνειδητοποιήσω”.
Ως μητέρα, η Σαρλότ εκφράζει την αγάπη της προσπαθώντας να διακρίνει τα χαρίσματα των παιδιών της για να τα ενθαρρύνει. Μαθαίνει από τα λάθη που έκανε με τα πιο μεγάλα παιδιά της και έτσι διορθώνει τη συμπεριφορά της απέναντι στα μικρότερα. “Πίστευα πως η αγάπη και μόνο αρκεί. Δεν είναι, όμως, έτσι. Ο γονιός πρέπει να είναι πιο σταθερός, πιο συγκεκριμένος. Εγώ δεν είμαι τόσο ήρεμη και τα παιδιά μου το νιώθουν και δείχνουν κατανόηση”.
Νέο ξεκίνημα
Δεν κρύβει την προτίμησή της στις δραματικές ταινίες και την ευκολία που έχει να υποδύεται δραματικούς ρόλους σε αντίθεση με τους κωμικούς. Αν κι ο συμπρωταγωνίστής της Ομάρ Σι στην ταινία Samba διαφωνεί, “Έχει καταπληκτικό χιούμορ. Κρατούσα σημειώσεις! Είναι μεθοδική, λειτουργεί με ακρίβεια, με σοβαρότητα, πιάνει αμέσως το νόημα και σου'ρχεται από εκεί που δεν την περιμένεις! Κι είναι και πολύ αστεία. Αναρωτιέμαι αν έχει όρια. Κι ενώ δίνει την εντύπωση της εύθραυστης, έχει τέτοια δύναμη που σε εκπλήσσει”.
Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας, όπου ένας μετανάστης χωρίς χαρτιά συναντά μια γυναίκα στα πρόθυρα νευρικής κρίσης, η Σαρλότ πληροφορήθηκε την αυτοκτονία της ετεροθαλούς αδελφής της, Κέιτ Μπέρι. “Κάθε μέρα που περνάει, κάθε στιγμή της ζωής μου, τη σκέφτομαι. Δεν είχα καμία αμφιβολία ότι θα ζούσα με την ανάμνησή της ζωντανή”.
Τραγική ειρωνεία; Στην ταινία του Βιμ Βέντερς το όνομά της είναι Κέιτ... Η Σαρλότ δεν θέλησε να το αλλάξει. Θέλησε, όμως, να κάνει ένα νέο ξεκίνημα με ένα καινούργιο άλμπουμ. “Σταματάω τα γυρίσματα και συγκεντρώνομαι σε αυτό. Γράφω πολύ. Θα δούμε αν θα βγει κάτι μουσικό. Μιλάω για τα παιδιά μου, για την αδελφή μου, την οικογένειά μου, για την παιδική μου ηλικία που με στοιχειώνει”. Κι έχει μόλις επιστρέψει από τη Νέα Υόρκη. “Με τον Ιβάν λέμε εδώ κι έξι χρόνια να κάνουμε ένα διάλειμμα και να πάμε να ζήσουμε για λίγο εκεί. Έχω ανάγκη να αλλάξω παραστάσεις”.

Σχετικά θέματα:
Elisa Sednaoui: H σειρήνα
ΜΟΝΙΚΑ: (Re)born in the U.S.A.
Chiara Ferragni: Η ξανθιά σαλάτα