Όταν τα πράγματα περιπλέκονται, η μόνη διαφυγή είναι η απλότητα
Ας πούμε ότι κάποιο βράδυ βρίσκεσαι καθισμένος στο τραπέζι ενός καλού εστιατορίου με μια ενδιαφέρουσα συνοδό και είσαι αποφασισμένος να το απολαύσεις. Όπως επίσης να της δείξεις τα πεντιγκρί σου, τμήμα δηλαδή των εμπειριών, των τρόπων και του savoir faire που συνιστούν έναν άντρα. Το μάτι σου ανεβοκατεβαίνει την cocktail list τους αναζητώντας τι μπορείς να παραγγείλεις και να προτείνεις στην ενδιαφέρουσα συνοδό σου. Με τη μιξολογική έκρηξη που έλαβε χώρα και στην πατρίδα μας, ο κάθε barman/bartender/mixologist αντίκρισε στον καθρέφτη του το νέο Δρυΐδη Πανοραμίξ και θεώρησε ότι τα πολυσύνθετα φίλτρα του είναι αυτά που χαρίζουν σε όσους τα δοκιμάσουν ευτυχία, χαλάρωση, ενδιαφέρον και κέφι.
Όμως σήμερα που το σύνολο των οινοπνευματωδών ποτών έχει επανέλθει στις παλέτες των bartenders (με την επανεμφάνιση ακόμη και "ξεχασμένων" ποτών) η σύνθεση ενός κοκτέιλ μοιάζει το ίδιο ακαταλαβίστικη με την περιληπτική περιγραφή του πιάτου ενός μοριακού chef. Αν στη σύνθεση, εκτός από το Cynar και το Elderflower, περιλαμβάνονται και κάποια από τα αμέτρητα μαντζούνια που χρησιμοποιούν σήμερα οι νέοι Πανοραμίξ, όπως τα rhubarb bitters, το βούτυρο καρύδας ή οι σοταρισμένοι σπόροι κόλιαντρου, η απόφαση για αυτόν που παραγγέλνει καταντάει αγχωτική. Και δε βγαίνεις για δείπνο με μια ενδιαφέρουσα συνοδό για να αγχωθείς...
Η λύση δεν είναι να παραγγείλεις όπως και στα κινέζικα εστιατόρια: "Φέρτε μας το 3ο και το 7ο". Η λύση είναι: "Θα θέλαμε δύο martini". Τέλος.
Το κλασικότερο των κοκτέιλ επιστρέφει χάρη στην απλότητα και στην απόλυτη ισορροπία της σύνθεσής του. Ο μοναδικός πονοκέφαλος συνίσταται στο να προσπαθήσεις να μαντέψεις προς ποιο από τα δύο κλασικά πλέον, βασικά συστατικά του ρέπει η συνοδός σου: το τζιν ή τη βότκα. Βέβαια, τη λύση μπορεί να σ’ τη δώσει ο James Bond (aka Ian Fleming).
Διάβασε περισσότερα στο Askmen.gr