Σε μία καθημερινότητα που αναδομείται on repeat, υπάρχουν μερικά σταθερά ραντεβού. Παντός καιρού. Το ραντεβού μας με τον πολιτισμό, την τέχνη, τη γεύση, το design, την αισθητική. Τη συνάντηση με το #theaftertaste, το οποίο κάθε εβδομάδα ξεχωρίζει τα καλύτερα από όσα συμβαίνουν στην πόλη που δεν σταματά να (ανα)γεννάται μέσα από την ύπαρξη της.
Είδαμε:
Τη δύσκολη ιστορία μίας τρανς -γυναίκας στο θεατρικό σανίδι. Πόσο εύκολο είναι να υποδυθεί ένας ηθοποιός τριάντα ρόλους σε διαρκή εναλλαγή επί σκηνής; Αυτό είναι το ερώτημα, το οποίο έπαιζε στο μυαλό μου όσο περπατούσα (σ)την Πειραιώς για να βρεθώ στο Θέατρο Μεταξουργείο. Εκεί, κάθε Δευτέρα και Τρίτη ο Αντώνης Λουδάρος πρωταγωνιστεί σε ένα δύσκολο θεατρικό εγχείρημα, το οποίο φέρει, μεταξύ άλλων, και τη σκηνοθετική του υπογραφή. Μία επί σκηνής ερμηνεία που απαιτεί θάρρος, ισορροπία, δημιουργική προσέγγιση διαφορετική από αυτό το οποίο συχνά χαρακτηρίζουμε ως μονόλογο. Ίσως, επειδή, στην περίπτωση του έργου "Είμαι η γυναίκα μου", ο Αντώνης Λουδάρος δεν υποδύεται έναν ρόλο, αλλά είκοσι-εννέα ακόμη.

Και το κάνει εξαιρετικά. Με την σωστή συνύπαρξη ηρεμίας κι έντασης, τη συναισθηματική διακύμανση, με την απαραίτητη προετοιμασία του κοινού για την εναλλαγή που πρόκειται να ακολουθήσει – άλλωστε, μαζί της μεταβάλλονται καταστάσεις, συνθήκες, τροχιές μίας Ιστορίας που γράφεται ανάμεσα σε δύο ολοκληρωτικά καθεστώτα της Γερμανίας. Και, φυσικά, οι άνθρωποι που βρίσκονται στο πλευρό μίας τρανς-γυναίκας η οποία ενδόμυχα έχει αποφασίσει την ταυτότητα της, όμως, η κοινωνία δεν φαίνεται πρόθυμη στο να την αγκαλιάσει σε κάθε της εποχή. Οι δικοί της φεύγουν, επιστρέφουν, την ή τους εγκαταλείπει σε μία αλληλουχία που εν τέλει συνθέτει την ίδια της τη ζωή.

Η Charlotte Von Mahlsdorf, όπως είναι το πλήρες όνομά της, ήταν μία αμφιλεγόμενη προσωπικότητα που κακοποιήθηκε, επέζησε, λατρεύτηκε και πρόδωσε, πριν προδοθεί. Μία μοναχική ύπαρξη, πρωτοπόρος στην έκφραση της ταυτότητας της, σε μία περίοδο όπου η κοινωνία δεν ήταν έτοιμη να αποδεχτεί την ύπαρξη trans ατόμων. Αυτήν ακριβώς τη μοναξιά την αντιλαμβάνεσαι από τις σιωπές του έργου και τα εκφραστικά μέσα του πρωταγωνιστή. Η ιστορία της αληθινή, η προσπάθεια της να επιβιώσει απέναντι σε δύο ολοκληρωτικά καθεστώτα – το ναζιστικό και το κομμουνιστικό – ισχυρή, η ύπαρξή της αξιοσημείωτη. Το κείμενο φέρει την υπογραφή του Doug Wright και έχει βραβευτεί με Poulitzer και Tony Award, ενώ η παράσταση, ξεκινά παράλληλα με τα ραντεβού της στην πρωτεύουσα, περιοδεία σε αρκετά σημεία της Ελλάδας.
Δοκιμάσαμε:
Τη γεύση του Ασώτου. Θέλω να γράψω κάπως περισσότερο urban για τον Άσωτο. Αφενός, επειδή αυτή τη διάθεση γεννά μέσα μου το ευφυές – για τα δικά μου, πάντα, ταπεινά δεδομένα – όνομα μίας εστιατορικής διεύθυνσης που, αν και άνοιξε τις πόρτες της μόλις στις αρχές Νοεμβρίου, κατάφερε να αναδειχθεί ταχέως χωρίς να χαθεί ανάμεσα στις φλόγες μίας προσωρινής δημοφιλίας. Ίσως επειδή, στον Άσωτο η φωτιά απελευθερώνει τη ζέση της αποκλειστικά εντός της κουζίνας. Αφετέρου, γιατί σε αυτό το μονοπάτι – της rogue chic ιδιοσυγκρασίας – με οδηγεί η αρχιτεκτονική του χώρου, τον οποίο παρατηρώ με προσοχή από το τραπέζι μου.

Εμφανή μπετά με κουρτίνες λευκές σε έναν industrial – μα, ισορροπημένο – χορό με λευκές κουρτίνες, φιάλες κρασιού τοποθετημένες στα ψηλά, κατάλευκα τραπεζομάντιλα με χαμηλό φωτισμό, ένα μπαρ φαινομενικά θεόρατο, ένας DJ με βινύλια ανά χείρας και μουσικές επιλογές με καρδιά στο μυαλό. Έχουν τη γοητεία τους οι αντιθέσεις. Τις αντιλαμβάνεσαι από τη στιγμή που περνάς τις κόκκινες κουρτίνες στην πόρτα – η εσάνς γαλλικού μπιστρό εμφανής. Τις αποκωδικοποιείς από τη λεπτό που συνειδητοποιείς ότι στο εστιατορικό μωσαϊκό του Ασώτου όλοι βρίσκουν τη θέση τους: οι λάτρεις του κλασικού, οι εραστές του νέου, εκείνοι που φλερτάρουν με την ιδέα της σύγχρονης γαστροταβέρνας που δεν απαρνείται το παρελθόν, αλλά εμπνεόμενη από το προαναφερθέν οικοδομεί το παρόν – γιατί όχι και το μέλλον.

Αυτή είναι η φιλοσοφία την οποία προσπαθεί το νέο – είναι μόλις 2,5 μηνών – εγχείρημα των Μιχάλη Μερζένη, Παναγιώτη Κουτσουμπή, Λέλου Γεωργόπουλου, Νικόλα Σπυρόπουλου να τοποθετήσει στο μυαλό – μα, κυρίως, στον ουρανίσκο μας. Εκεί, το παιχνίδι συντίθεται σε ένα μενού μικρό (ευτυχώς), ελληνόστροφο με sassy γευστικό ταμπεραμέντο, πιάτα που έχουν σχεδιαστεί για να (τα) μοιράζεσαι, δημιουργίες που δομούνται σε εγχώριες – κυρίως – πρώτες ύλες. Η αρχή γίνεται με προζυμένιο ψωμί, που ζυμώνεται με τραχανά και σερβίρεται με χειροποίητο, σπιτικό βούτυρο, τοποθετημένο εντός ενός χαρτονακίου, στο οποίο αναλύεται η ετυμολογία "βους" και "τυρί". Ο λευκός ταραμάς με λάδι καμένης τομάτας ήταν υποδειγματικός – και ιδανικός για να τον απλώσεις πάνω σε μία φέτα από το προηγούμενο τραγανιστό ψωμί.


Το χειροποίητο labneh, με πιπεριά Φλωρίνης ψημένη στη φωτιά, σταφίδες, κουκουνάρι και αφράτες πίτες φλερτάρει με τη rogue διάθεσή μου, όσο η δροσιστική παντζαροσαλάτα φέρει, εκτός από γεύση, και χρώμα στο τραπέζι – ισορροπημένη, χωρίς υπερβολές στη γεύση και την υφή. Ο λαχανοντολμάς στη φωτιά με αυγολέμονο και σέλινο ξεφεύγει από την παραδοσιακή σχολή, απολαμβάνεται, όμως, με το ίδιο πάθος – το γεγονός ότι βρισκόταν στο κέντρο σχεδόν κάθε τραπεζιού συνηγορεί. Από τα κυρίως, το ψάρι ημέρας είναι μία ασφαλής και υγιεινή επιλογή, με την πειραγμένη μπολονέζ να προτάσσει την πληθωρικότητα της.

Φινάλε με σεράνο με άρωμα τόνγκα. Ωραία, καλοδουλεμένη μους σοκολάτας με σωστή διαστρωμάτωση και συνολική αίσθηση. Πριν ανανεώσεις το ραντεβού σου για να πάρεις μία γεύση από τα υπόλοιπα του μενού – το παστίτσιο θέλω να το δοκιμάσω, μη ξεχάσω να σου πω για την πλούσια λίστα κρασιών με ετικέτες από τον εγχώριο και διεθνή αμπελώνα. Δεν είναι τυχαίο ότι θρησκευόμενοι - και μη - ορκίζονται στην early dining πρόταση του Ασώτου.
Περάσαμε:
Ένα απόγευμα με Χολιγουντιανή υπογραφή. Υπάρχουν αρκετά επίθετα που μπορεί να επιλέξει κανείς για να συνοδεύσει τη φήμη του James Franco – ίσως να αφορούν περισσότερο την εξωτερική του εμφάνιση, τους ρόλους στη μεγάλη και μικρή οθόνη, τον μύθο που τον ακολουθεί. Η λίστα αυξάνεται – με θετικό πρόσημο – μετά τη γνωριμία μαζί του. Είχα τη χαρά να τον συναντήσω στα εγκαίνια της έκθεσής του μαζί με τον διεθνώς αναγνωρισμένο καλλιτέχνη βίντεο και performance, Kalup Linzy, στην The Breeder Gallery. Προσιτός, μακριά από την εικόνα που συνήθως περιγράφει κάθε σταρ του Hollywood, απίστευτα επικοινωνιακός και πρόθυμος να εξηγήσει την ιδέα, το μήνυμα, τη διαδικασία που οι δυο τους ακολούθησαν για να γεννηθεί αυτή η από κοινού έκθεση, την οποία αντικρίζω περιμετρικά του σημείου που συνομιλώ με τον υποψήφιο για Όσκαρ ηθοποιό και καλλιτέχνη.

Στο επίκεντρο, το σύμπαν του Hollywood και της reality πραγματικότητας σήμερα. Στα έργα, ζωγραφίζονται ή παρουσιάζονται μέσα από πρωτογενές πολυμεσικό υλικό, ζητήματα όπως η φήμη, οι ηθικές αξίες και οι κοινωνικοί ρόλοι, μέσα από το πρίσμα της μαζικής κουλτούρας, των reality show και η λάμψη της επιτυχίας. Τα χρώματα συνυφαίνονται σε λευκό καμβά, δημιουργώντας σχέδια-μηνύματα με το αφιερωμένο στο Los Angeles έργο να ξεχωρίζει λόγω της δύσκολης επικαιρότητας. Και όταν ο καμβάς αλλάζει, η έκθεση γίνεται περισσότερο pop, με την τέχνη του είδους να αποτυπώνεται σε πίνακες με χρώμα, γραμμές, σύγχρονη ματιά.

Στην ίδια έκθεση, κάνει πρεμιέρα το σατιρικό φιλμ The Real Housewives in Tulsa, το οποίο μέσα από το αισθητικό πρίσμα της ριάλιτι τηλεόρασης, εξετάζει ηθικά συστήματα, διαπροσωπικές σχέσεις και κοινωνικές δυναμικές, αλλά και το μιούζικαλ Lana Land του James Franco, εμπνευσμένο από τη ζωή της θρυλικής ηθοποιού Lana Turner, συνοδευόμενο από ζωγραφικά έργα σε βαμβακερό ύφασμα. Ένας συνδυασμός της διεισδυτικής πολιτιστικής κριτικής του Kalup Linzy με την πολυδιάσταση αφηγηματική προσέγγιση του James Franco.

Κι επειδή στο σύμπαν του #theaftertaste, η τέχνη απολαμβάνεται καλύτερα, όταν συνοδεύεται από exclusive γαστρονομικές νότες, το σκηνικό – μαζί και ο James Franco με τον Kalup Linzy – μεταφέρθηκαν στο Athénée για στιγμές κοσμικής επικοινωνίας με φόντο τα έργα και την προσωπικότητα δύο σημαντικών καλλιτεχνών. Λάτρεις της τέχνης, του πολιτισμού, της δημιουργίας έδωσαν το δικό τους ραντεβού στο κοσμοπολίτικο σημείο της Αθήνας ανταλλάσσοντας μερικές σκέψεις μαζί με τους ίδιους τους καλλιτέχνες. Μία ημέρα πριν, την Τετάρτη 22 Ιανουαρίου, διοργανώθηκε exclusive VIP dinner προς τιμήν των δύο καλλιτεχνών.


