Η έρευνα και ο συμβολισμός του έργου που μεταφέρει ένα κομμάτι της Ελλάδας στους "Ολυμπιακούς αγώνες της τέχνης".
Η 60η Διεθνή Έκθεση Τέχνης - La Biennale di Venezia θα ανοίξει και επίσημα τις πύλες της στις 20 Απριλίου και θα διαρκέσει μέχρι τις 24 Νοεμβρίου. Είναι από τους παλαιότερους θεσμούς των Μπιενάλε και αποκαλείται "Ολυμπιακοί Αγώνες της τέχνης".
Στη φετινή Μπιενάλε φιλοξενούνται 88 εθνικές συμμετοχές. Η κεντρική έκθεση περιλαμβάνει 330 καλλιτέχνες. Πρόκειται για τον μεγαλύτερο αριθμό μέχρι τώρα. Το θέμα της είναι Stranieri Ovunque, που σημαίνει στα ιταλικά Ξένοι Παντού.
Λίγο πριν από την έναρξη της Biennale Arte 2024 πραγματοποιήθηκε στο Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης μια συνοπτική παρουσίαση της ελληνικής εκπροσώπησης με την παρουσία του υφυπουργού Πολιτισμού, Χρίστου Δήμα.
Η σημασία της Μπιενάλε της Βενετίας για την Ελλάδα
Για τη χώρα μας η Μπιενάλε της Βενετίας είναι ιδιαίτερα σημαντική αφού, όπως επισήμανε η καλλιτεχνική διευθύντρια του ΕΜΣΤ, Κατερίνα Γρέγου, "δεν είναι πολλές οι ευκαιρίες για τους καλλιτέχνες να εκθέσουν στο σύνολο του διεθνούς χώρου των σύγχρονων εικαστικών, άρα αποτελεί μια κομβική συμμετοχή στις διεθνείς εκθέσεις".
Η πρώτη ελληνική συμμετοχή ήταν 90 χρόνια πριν, το 1934, ενώ σε αυτούς που έχουν παρουσιάσει τα έργα τους στα περίπτερά της βρίσκονται ιερά ονόματα της τέχνης στην Ελλάδα: Φώτης Κόντογλου, Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Κωνσταντίνος Παρθένης, Σοφία Λασκαρίδου και Κούλα Μπεκιάρη.
Το έργο που θα εκπροσωπήσει φέτος τη χώρα μας είναι το Ξηρόμερο/Dryland. Ένα διαμεσικό συλλογικό έργο σε σύλληψη των Θανάση Δεληγιάννη και Γιάννη Μιχαλόπουλου με συνδημιουργούς την Έλια Καλογιάννη, τον Γιώργο Κυβερνήτη, τον Κώστα Χαϊκάλη και τον Φώτη Σαγώνα.
Επιμελητής της ελληνικής συμμετοχής είναι ο Πάνος Γιαννικόπουλος. Ο ίδιος σημείωσε ότι το έργο αναφέρεται "στη γεωγραφική τοποθεσία αλλά και αιωρείται πάνω από αυτήν μεταξύ κυριολεξίας και μεταφοράς, δημιουργώντας παράλληλα ένα τεχνητό δίπολο με την εύφορη πεδιάδα που τροφοδοτεί με τη γεωργική παραγωγή της μεγάλο μέρος των γεωργικών αναγκών, των εξαγωγών της Ελλάδας και επίσης είναι γνωστή για τη μουσική της παράδοση".

Τα εγκαίνια του ελληνικού περιπτέρου στη Βενετία θα γίνουν το μεσημέρι της 18ης Απριλίου και οι εργασίες έχουν ήδη ξεκινήσει για το στήσιμο του χώρου που φτάνει τα 250 τ.μ.
Από τι αποτελείται το έργο
Το Ξηρόμερο/Dryland αποτελείται από ένα αγροτικό μηχάνημα άρδευσης το οποίο συντονίζει σε πραγματικό χρόνο τον ήχο, την κινούμενη εικόνα, και το φωτιστικό περιβάλλον της εγκατάστασης.
Η ελληνική εκπροσώπηση εξετάζει την εμπειρία ενός πανηγυριού, παρακολουθώντας μια διαδρομή από την πλατεία του χωριού έως τις παρυφές του γεωργικού τοπίου που το περιβάλλει. Συγκεκριμένα, αντλεί έμπνευση από τα πανηγύρια της ηπειρωτικής Ελλάδας, της Θεσσαλίας και της περιοχής του Ξηρομέρου στην Δυτική Ελλάδα, που δανείζει τον τίτλο στο έργο.
"Στοχεύει να δημιουργήσει συσχετίσεις μεταξύ της γεωγραφικής εμπειρίας και της παγκόσμιας κατάστασης. Το Ξηρόμερο στη Βενετία ανάμεσα στα υδάτινα κανάλια είναι από μόνο του ένα οξύμωρο, όπως και το ότι η συλλογική συμμετοχή διεκδικεί τη θέση απροσδόκητα στο ελληνικό περίπτερο, θέτοντας υπό διαπραγμάτευση τους κανόνες προσωπικής και εθνικής εκπροσώπησης μέσα στην ίδια τη διοργάνωση" εξηγεί ο επιμελητής της ελληνικής συμμετοχής.
Ο συμβολισμός
"Το νερό σαν κεντρικό στοιχείο του έργου, ένας από τους πολυτιμότερους φυσικούς πόρους και πολύτιμο δημόσιο αγαθό, συνάδει με τις επείγουσες κλιματικές συζητήσεις που κυριαρχούν σήμερα και φυσικά ανακαλεί καταστροφές, όπως αυτή που συντελέστηκε στη Θεσσαλία το περασμένο φθινόπωρο όπου πάνω από 700.000 στρέμματα βρέθηκαν κάτω από το νερό με καταστροφικές συνέπειες", σημείωσε η Κατερίνα Γρέγου.
Οι δημιουργοί αναφέρονται στο νερό ως πρίσμα. Ένα μέσο να βλέπουμε και να σκεφτόμαστε. Εστιάζουν στην έλλειψή ή το πλεόνασμα, την ανάγκη ή τη σπατάλη του, καθώς και τις κοινωνικές συνδηλώσεις του. Η εξάντληση των πόρων, όπως επισημαίνουν, συνδέεται με τη φυσική και οικονομική εξάντληση. Το έργο διερευνά τις πολιτικές δυνατότητες του ήχου και της μουσικής, την επίδραση της τεχνολογίας στα αγροτικά τοπία και την πολιτιστική ποικιλομορφία.

"Ο εορτασμός του πανηγυριού μεταφέρει πληροφορίες και νόημα ως τελετουργία και ψυχαγωγία. Συνδέεται με τις γεωργικές εργασίες, παράγεται από -αλλά και παράγει- την εσωτερική χρονικότητα της κοινότητας με το πότισμα και τις αγροτικές ευθύνες. Βοηθά την κάθε κοινότητα να δημιουργήσει την εικόνα του εαυτού της. Ταυτόχρονα, όμως, αντίθετες έννοιες συνυφαίνονται: οι θεατές μετατρέπονται σε συμμετέχοντες, από τη σκηνή βρισκόμαστε εκτός σκηνής, από την επιτελεστική δράση στην καθημερινή δραστηριότητα. Αυτή η αδιάκοπη αλληλεπίδραση μεταξύ "παράστασης" και πραγματικότητας μεταφέρεται στο έργο" περιγράφουν οι δημιουργοί του.
Η εγκατάσταση
Το Ξηρόμερο/Dryland αξιοποιεί τα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά του ελληνικού περιπτέρου για να αναδείξει συσχετίσεις με τις γεωργικές αποθήκες και τη θρησκευτική αρχιτεκτονική που αποτελούν συνήθως το φόντο των πανηγυριών.

Επιπλέον, το ποτιστικό που βρίσκεται στο κέντρο του περιπτέρου, ορίζει κυκλικά το περιβάλλον της εγκατάστασης.
Το έργο μεταφέρει επίσης τον χώρο συνάντησης της κοινότητας -την πλατεία, τη δημόσια συγκέντρωση- από το εξωτερικό στο εσωτερικό. Καθώς το σύστημα ποτίσματος τίθεται σε κίνηση, δημιουργεί έναν ρυθμό, οριοθετεί τον χρόνο όπως ένα ρολόι ή μια κασέτα που ξετυλίγεται, παρακινώντας τα σώματα των επισκεπτών να ακολουθήσουν διαδρομές και να αλλάξουν τρόπους θέασης.
Το Ξηρόμερο/Dryland αποφεύγει μια αισθητική προσέγγιση και τονίζει τη συναισθηματική αμεσότητα της επαφής με αντικείμενα, ήχους και εικόνες.

"Παρατηρώντας τις έμφυλες σχέσεις στο πανηγύρι, εξετάζονται οι δυνατότητες παρουσίασης του εαυτού, οι διαφορετικές εκδοχές της θηλυκότητας και της αποκάλυψης ή απόκρυψης του γυναικείου σώματος, αλλά και η αμφισημία της χειρονομίας του υποκειμένου που αποσύρεται επιλέγοντας την απουσία και τον αποκλεισμό του από τη γιορτή" σημειώνεται από τους δημιουργούς του.
"Το Ξηρόμερο/Dryland επιχειρεί συσχετίσεις μεταξύ της εμπλαισιωμένης γεωγραφικά εμπειρίας με την παγκόσμια συνθήκη, μία μετατόπιση μεταξύ κυρίαρχου και περιθωριοποιημένου πολιτιστικού αντικειμένου, που φαίνεται να δημιουργεί τον ενδιάμεσο χώρο συγκρότησης νέων νοημάτων".

Η έρευνα και η εκτέλεση
Η έρευνα του έργου πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του Margaroni Residency σε ανάθεση του Onassis Culture από τον δημιουργό διαμεσικών έργων και συνθέτη Θανάση Δεληγιάννη και τον δραματουργό και φιλόλογο Γιάννη Μιχαλόπουλο ως Onassis AiR Fellows, οι οποίοι συγκρότησαν την καλλιτεχνική ομάδα με την εικαστικό και κινηματογραφίστρια Έλια Καλογιάννη, τον φωτογράφο και ντοκιμαντερίστα Γιώργο Κυβερνήτη, τον ηχολήπτη και σχεδιαστή ήχου Κώστα Χαϊκάλη και τον εικαστικό και αρχιτέκτονα Φώτη Σαγώνα.
Η αρχική πηγή έμπνευσης του Θανάση Δεληγιάννη και του Θανάση Μιχαλόπουλου, ήταν η σπουδαία ερμηνεύτρια του Ξηρόμερου, Κική Μαργαρώνη. Υπηρετούσε το δημοτικό τραγούδι επί 30 ολόκληρα χρόνια συμπράττοντας συχνά με τον κορυφαίο δεξιοτέχνη του κλαρίνου Βαγγέλη Σούκα.

Η υλοποίηση του έργου και η έκθεσή του στην Βενετία έχει ως κύριο χρηματοδότη το Υπουργείο Πολιτισμού και ως Εθνικό Επίτροπο υπεύθυνο για την οργάνωση, παραγωγή, και προώθηση του έργου το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και επιμελητή του Ελληνικού Περιπτέρου τον Πάνο Γιαννικόπουλο.
Καλλιτεχνικές συνεργάτες του έργου είναι οι Φωτεινή Παπαχριστοπούλου, Βασιλική-Μαρία Πλαβού και Μάριος Σταμάτης.
Onassis Culture: Βασικός υποστηρικτής της Ελληνικής Συμμετοχής στην 60η Διεθνή Έκθεση Τέχνης ‐ La Biennale di Venezia. Επιπλέον υποστηρικτές είναι το Διεθνές Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου. Το έργο πραγματοποιείται με την υποστήριξη της ARTWORKS μέσα από την ιδρυτική δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ), του Οργανισμού Πολιτισμού και Ανάπτυξης ΝΕΟΝ και της Outset. Η AEGEAN είναι επίσημος χορηγός αερομεταφορών, ενώ η εκπροσώπηση τελεί υπό την αιγίδα του Δήμου Ξηρομέρου.