Κατά κανόνα, το παιδί που χτυπάει δεν δαγκώνει και το παιδί που δαγκώνει δεν χτυπάει.
Μέχρι να σταματήσει να χτυπά είναι ο "φόβος και ο τρόμος" των παιδικών σταθμών και των διαλειμμάτων στα νηπιαγωγεία. Δεν έχει το ίδιο προφίλ με το παιδί που δαγκώνει. Το παιδί που χτυπά είναι πάντα πιο εύσωμο από τα συνομήλικά του, κάπως ασουλούπωτο και άγαρμπο, ενώ το παιδί που δαγκώνει είναι σε γενικές γραμμές πιο μικρόσωμο και πιο μαζεμένο, έτσι που μας δίνει πολλές φορές την εντύπωση του ύπουλου.
Κατά κανόνα, το παιδί που χτυπάει δεν δαγκώνει και το παιδί που δαγκώνει δεν χτυπάει.
Η συμπεριφορά τους δεν έχει τίποτα κοινό με τη συμπεριφορά των μεγαλύτερων παιδιών. Γιατί αυτό που συνδέει τους δύο αυτούς τύπους είναι κάποια εσφαλμένη θεώρηση του κόσμου, η οποία και επηρεάζει τη συμπεριφορά τους: τα παιδιά αυτά δεν είναι εκ φύσεως πιο βίαια και επιθετικά από τα άλλα. Και δεν έχουν καμία πρόθεση να κάνουν κακό στα Θύματά τους. Αντίθετα, επιτίθενται στα παιδιά που τους κινούν περισσότερο το ενδιαφέρον. Η λύση που εφαρμόζουν συνήθως, οι ενήλικες σε τέτοιες περιπτώσεις, όσο παιδαγωγική κι αν ισχυρίζονται ότι είναι, δεν οδηγεί στο επιδιωκόμενο αποτέλεσμα: το να χτυπήσουμε ένα παιδί που χτυπά ή να δαγκώσουμε ένα παιδί που δαγκώνει δεν διορθώνει τη συμπεριφορά ούτε του πρώτου ούτε του δεύτερου.
Διάβασε τη συνέχεια στο themamagers.gr