Σε μία καθημερινότητα που αναδομείται on repeat, υπάρχουν μερικά σταθερά ραντεβού. Παντός καιρού. Το ραντεβού μας με τον πολιτισμό, την τέχνη, τη γεύση, το design, την αισθητική. Τη συνάντηση με το #theaftertaste, το οποίο κάθε εβδομάδα ξεχωρίζει τα καλύτερα από όσα συμβαίνουν στην πόλη που δεν σταματά να (ανα)γεννάται μέσα από την ύπαρξη της.
Είδαμε:
Ένα νέο... φως. Λένε ότι δεν πρέπει να κρίνουμε ένα βιβλίο από το εξώφυλλό του. Δεν έχουν άδικο. Στην περίπτωση, όμως, μίας σειράς το πρώτοι επεισόδιο δεν είναι ακριβώς μία φευγαλέα ματιά, αλλά κάτι σπουδαιότερο. Είναι μία εισαγωγή, μία πρώτη γεύση όσων πρόκειται να ακολουθήσουν στη συνέχεια, είτε εκείνα αποκαλύπτονται μέσα από τους διαλόγους των βασικών ηρώων, είτε γίνονται αντιληπτά από τις κρυφές ματιές, τους υπαινιγμούς, το ένστικτο του τηλεθεατή.

Αυτή είναι η σκέψη που παίζει στο μυαλό μου μετά την προβολή του πρώτου επεισοδίου της νέας σειράς μυστηρίου του ERTFLIX, Απαραίτητο Φως. Ίσως επειδή εκεί συμβαίνουν πολλά, επιτρέπεται από τους δημιουργούς να εννοηθούν περισσότερα. Στο Απαραίτητο Φως, η ιστορία ξετυλίγεται σε δύο διαφορετικές χρονικές περιόδους, με έναν στόχο: την αναζήτηση και εύρεση της αλήθειας. Μυστικά, θαμμένα καλά μέσα στις δεκαετίες, έρχονται στην επιφάνεια και προκαλούν ανατροπές. Μεγάλες κι αναπάντεχες. Ο τρόπος που οι ήρωες αξιολογούν το πεπρωμένο τους αλλάζει, μεταβάλλοντας συγχρόνως και το το παρόν τους. Εκεί, ακριβώς εμφανίζεται η σκηνοθετική ευφυΐα του Λάμπη Ζαρουτιάδη: στο να συνυφαίνεται το τότε με το τώρα μέσα από αναδρομικές σκηνές κι εναλλαγές στον χρόνο δράσης και αφήγησης.

Η σκηνοθεσία και η ευρύτερη αισθητική της νέας σειράς, η οποία βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Ντορίνας Παπαηλιού, κινείται σε υψηλό επίπεδο, εφάμιλλο εκείνου που οι μίνι σειρές (οκτώ επεισοδίων, εν προκειμένω) μας έχουν συνηθίσει τα τελευταία χρόνια. Το σενάριο φέρει την υπογραφή της Μιρέλλας Παπαοικονόμου και της Κάτιας Κισσονέργη.
Στο Απαραίτητο Φως, η Λουίζα Λασκαράτου είναι κόρη μεγαλοδικηγόρου της Αθήνας. Ο ξαφνικός θάνατός του την αναγκάζει να επιστρέψει από το εξωτερικό, όπου ζει και εργάζεται. Μια απροσδόκητη κληρονομιά γίνεται η αιτία να αμφισβητήσει όσα ήξερε για το παρελθόν της οικογένειάς της. Μεταξύ άλλων "κληρονομεί" την ημιτελή έρευνα του πατέρα της σχετικά με την τύχη ενός πίνακα, του οποίου τα ίχνη χάνονται λίγο πριν από την εκτέλεση της γιαγιάς της, Λουίζ Λασκαράτου, την άνοιξη του 1944. Η Λουίζα γρήγορα συνειδητοποιεί ότι η ανεύρεση του πίνακα οδηγεί στην αποκάλυψη του ενόχου για τον θάνατο της γιαγιάς της.

Πρωταγωνιστούν: Μαριάννα Πουρέγκα (Λουίζ Χατζηλουκά-Λασκαράτου & Λουίζα Λασκαράτου), Προμηθέας Αλειφερόπουλος (Αλέξης Λασκαράτος), Αναστάσης Ροϊλός (Πέτρος), Δημήτρης Καπουράνης (Κωστής), Δημήτρης Αλεξανδρής (Νικηφόρος) και Ευγενία Δημητροπούλου (Δάφνη), Αινείας Τσαμάτης (Μάρκος), Μιχάλης Βαλάσογλου (Στρατής), Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου (Αγγέλα), Δημήτρης Μαύρος (Θανάσης), Αναστάσης Κολοβός (Γιάννης), Νικόλας Σταθόπουλος (Πάτρικ), Στέλλα Καζάζη (Θάλεια), Δημήτρης Μαγγίνας (Δημήτρης), Έρρικα Μπίγιου (Ιουλία), Τάσος Λέκκας (Στέλιος), Αλεξάνδρα Ταβουλάρη (Ίριδα), Nathan Thomas (William), Ian Robertson (Knowles), Δημήτρης Γαλανάκης (Άρης), Νίνα Έππα (Αλίκη), Κωνσταντίνος Τσεντούρος (κυρ Σωτήρης), Jannis Spengler (Φλάισλεν), Μαρία Κοντοδήμα (Φιλιώ). Στον ρόλο του Πατρίκ Μακένζι ο Θανάσης Παπαγεωργίου. Επίσης συμμετέχουν: Μιχάλης Μητρούσης (παππούς), Δημήτρης Πετρόπουλος (Τηλέμαχος). Φιλική συμμετοχή: Βασίλης Χαραλαμπόπουλος (Σεβαστάκης), Άλκης Κούρκουλος (Σαββίδης). Ανακαλύψτέ την στο ERTFLIX.
Δοκιμάσαμε:
Ένα μενού με εγχώριο ταμπεραμέντο. Φτάνω στο St. George Lycabettus Lifestyle Hotel με μία μικρή καθυστέρηση. Όχι από fashionably late άποψη, αν και ο χώρος κλείνει το μάτι στη διάθεσή σου να φορέσεις τα καλά σου χωρίς να απαρνείται τον πιο informal ενδυματολογικό κώδικα, αλλά επειδή εκείνη η ημέρα ήταν αρκετά δύσκολη. Ο χαρακτηριστικός ήχος του ασανσέρ με προετοιμάζει για την άνοδό μου στον έκτο όροφο του εμβληματικού ξενοδοχείου. Η πόρτα ανοίγει. Απέναντι μου, συναντώ έναν πίνακα μεγάλο όπως οι σπουδαίες προσωπικότητες που απεικονίζονται: είναι οι διάσημοι επισκέπτες οι οποίοι μέσα στα χρόνια επέλεξαν το ξενοδοχείο στα ψηλά του Κολωνακίου για να περάσουν τις ημέρες, τις νύχτες, το πιο προσωπικό κομμάτι της απόδρασής τους στη χώρα μας. Ο Pierre Cardin, η Juliette Binoche, η Vanessa Mae, ο Willem Dafoe είναι μόλις μερικά από τα πρόσωπα που αναγνωρίζω στη σύνθεση.

Αφού παραδώσω το παλτό μου, κατευθύνομαι προς το τραπέζι μου. Ακριβώς μπροστά στις γυάλινες τζαμαρίες – ο καιρός συνηγορεί στη διατήρησή τους, αν και το καλοκαίρι δεν είναι τόσο μακριά. Το welcome drink που επιλέγω είναι γλυκό, όπως ακριβώς και η θέα που αντικρίζω. Αισθάνομαι σαν να πραγματοποιώ ένα στιγμιαίο ταξίδι με συνοδοιπόρο αυτό το μοναδικό κράμα του Ιερού Βράχου της Ακρόπολης, του Παναθηναϊκού Σταδίου, του αστικού τοπίου και των στοιχείων του σε πρώτο πλάνο. Η οπτική από το La Suite Lounge είναι σχεδόν χορταστική, σίγουρα απολαυστική.

Ξεκάθαρα ελληνική, χαρακτηριστικό που αποδίδεται και στο νέο μενού, το οποίο οραματίστηκε, υλοποίησε κι εκτέλεσε ο executive chef Στέφανος Παπανικολάου. Σαν η μπριγάδα της θάλασσας να συναντά την τρυφερή αγριότητα του βουνού μέσα από γαστρονομικές προτάσεις που χωρούν στο "σώμα" της στοιχεία από κάθε σημείο της χώρας. Αυτή είναι ταυτότητά του. Και η επίγευση που σαν γλυκό εις το επανιδείν (παρα)μένει στο φινάλε του a la carte ή degustation μενού.

Η αρχή γίνεται με ένα λαυράκι μαρινάτο με ζωμό ελληνικής σαλάτας και ούζο, κρυμμένο κάτω από ένα σχεδόν αέρινο πέπλο από αγγούρι, ένας δροσιστικός προάγγελος του θέρους. Ακολουθεί μία κρεμώδης, θαλασσινή σε κάθε της σημείο, σούπα κακαβιάς – ίσως η δική μου προσωπική κορυφαία στιγμή της βραδιάς – με τον κρόκο Κοζάνης και το μπλε καβούρι να προσθέτουν γευστικούς τόνους σε μία εξίσωση που απολαμβάνεις καλύτερα με μερικά διαλείμματα λευκού κρασιού.


Η σούπα αποσύρεται, το κρασί αλλάζει ποικιλία και ένα ζεστό, σωστά δουλεμένο, γιουβέτσι με χειροποίητο κριθαράκι Ταΰγετου, μοσχαρίσια μάγουλα και αφρώδη κρέμα αρσενικού Νάξου καταφτάνει. Μία χορταστική και ζεστή πρόταση. Το αρνί ψητό με πετιμέζι κινείται στα ίδια μονοπάτια, με τα μπαχαρικά του να προσθέτουν ένταση και να δυναμιτίζουν το τελικό αποτέλεσμα - προσωπικά, θα το ήθελα λίγο πιο ελαφρύ, ενώ η γλώσσα σε αλά πολίτα ρυθμούς διακρίνεται για την ανάλαφρη εσάνς της και αυτή την εικόνα του ανοιξιάτικης άνθισης που δημιουργεί.

"Πρόθεση μου είναι να παρουσιάσω τα υλικά στην καθαρότερη μορφή τους, χρησιμοποιώντας τα ως τη βάση για να δημιουργήσω πιάτα που αφηγούνται ιστορίες παράδοσης και γεύσεις της ελληνικής κουζίνας", μας εκμυστηρεύεται ο δημιουργικός chef, όσο μέσα μου παραδέχομαι ότι η γευστική παρτιτούρα που ενορχηστρώνει τον δικαιώνει. Α, και ότι στο La Suite Lounge, η γεύση στέκεται στο ύψος της ομολογουμένως εντυπωσιακής θέας.
Ξεχωρίσαμε:
Ένα ευφυές παπούτσι. Όσοι με ξέρουν καλά, γνωρίζουν ότι αγαπάω τα sneakers. Είναι ευκολοφόρετα, ταιριάζουν τόσο σε πρωινές όσο και βραδινές εμφανίσεις, μπορούν να μετατρέψουν ένα look σε statement μέσα από την άνεση και την ευελιξία τους. Δεν είναι τυχαίο ότι, στον αντίποδα των εφήμερων τάσεων, τα sneakers καταφέρνουν κάθε χρόνο να διατηρούν τη δυναμική τους. Ο οίκος Louis Vuitton αναβαθμίζει το εν λόγω style παπουτσιού, παρουσιάζοντας μία πρόταση που κινείται στη λογική του δύο σε ένα.

Ακροβατώντας με ιδιαίτερη μαεστρία ανάμεσα σε sneaker και μπαλαρίνα, το νέο μοντέλο LV Sneakeria, όπως ονομάζεται, συνδυάζει την πολύτιμη ελευθερία της κίνησης με την fashion forward ευελιξία σε ένα ισορροπημένο κράμα λειτουργικότητας και υψηλής αισθητικής. Όσο δυσκολεύεσαι να αποφασίσεις σε ποια χρωματική παλέτα θα ενδώσεις, κράτησε στο πίσω μέρος του μυαλού σου ότι όλα τα μοντέλα διαθέτουν τις διαχρονικές υπογραφές της Louis Vuitton, όπως το μοτίβο Monogram και το LV Circle, εμποτισμένα με edgy διάθεση. Από τις 4 Απριλίου διαθέσιμο αποκλειστικά online στο www.louisvuitton.com και στην εφαρμογή Louis Vuitton και από τις 11 Απριλίου στις boutique του πολυτελούς οίκου παγκοσμίως.

Τον Austin Butler ως νέο πρόσωπο της Breitling. Κατάφερε να χαράξει τη δική του διαδρομή (μία ευτυχής συνθήκη, την οποία διατηρεί και στο παρόν) από την πρώτη στιγμή. Μία διαδρομή ελεύθερη, όπως και το πνεύμα του. Στα 33 του, ο Austin Butler συνεχίζει να κυνηγά το όνειρό του his way, να ταξιδεύει για να αποκτά νέα ερεθίσματα, να δοκιμάζει και να δοκιμάζεται, έχοντας στις αποσκευές του μία υποψηφιότητα για Όσκαρ και δυνατές ερμηνείες σε κινηματογραφικά blockbusters (Elvis, Dune 2, The Bikeriders). Τώρα, το σύγχρονο πνεύμα του συναντά μία δημιουργία διαχρονικού χαρακτήρα που έχει κάτι από το ταξιδιάρικο μενταλιτέ του: το νέο Top Time B31 της Breitling, αναλαμβάνοντας έναν καινούριο ρόλο, εκείνου του προσώπου του.

Η τελευταία συλλογή Top Time παρουσιάζει τον Caliber B31, τον πρώτο μηχανισμό Manufacture τριών δεικτών που σχεδιάστηκε και αναπτύχθηκε από την Breitling. Χάρη στην ακρίβεια και στον ιδιαίτερο χαρακτήρα του, αποδεικνύει ότι ένα σπουδαίο ρολόι δεν κρατάει μόνο την ώρα, αλλά κάνει και κάθε λεπτό να μετράει. Ένα φορέσιμο έργο τέχνης ταιριαστό με τον καρπό και την ιδιοσυγκρασία κάθε ελεύθερης ψυχής.
Γνωρίσαμε:
Τη (νέα) Γιάννα Βασιλείου. Η πρώτη μου γνωριμία με τη Γιάννα Βασιλείου έγινε σε μία φιλική βραδινή έξοδο πριν από μερικούς μήνες, αν και είχα ακούσει επιτυχία της στο ραδιόφωνο στο πρόσφατο παρελθόν. Πρέπει να είχε μόλις κυκλοφορήσει το πρώτο της τραγούδι από το μετέπειτα Music Box, όπως ονομάζεται η νέα δισκογραφική της δουλειά, η οποία αποτελείται από διασκευές τραγουδιών που αγαπά κι έχουμε αγαπήσει κι εμείς. Την εκτίμησα καλλιτεχνικά, τη συμπάθησα ως άνθρωπο. Ίσως, επειδή η έμφυτη ευγένεια και η διαφορετικής μορφής συστολή που χαρακτηρίζει τις κινήσεις της δεν είναι κάτι συνηθισμένο σήμερα – πόσω μάλλον όταν η συζήτηση αφορά νέους καλλιτέχνες.

Διαπίστωσα ότι αντιμετωπίζει τους συνεργάτες της με σεβασμό στο prive live που διοργάνωσε στο Cash Restaurant Bar, ανάμεσα σε φίλους, συνεργάτες, δημοσιογράφους. Όπως και το κάθε τραγούδι που ερμηνεύει. Δεν είναι τυχαίο ότι σημαντικοί άνθρωποι της δημιουργικής μουσικής σκηνής (Ελένη Γιαννατσούλια, Αντώνης Παππάς) ήταν παρόντες. Κάπου ανάμεσα στις πειραγμένες – με νέα μορφή και φρέσκο αέρα – κλασικές επιτυχίες και τραγούδια από το δισκογραφικό της παρελθόν, η Γιάννα Βασιλείου συνέθεσε το δικό της Music Box με πηγαίο συναισθηματισμό και αστείρευτο κέφι.