Μας έχουν οδηγήσει τα social media σε μία μια άψυχη ομοιομορφία;
Όταν έγραφα πριν από σχεδόν ένα χρόνο για τη νέα γενιά fashion bloggers που κάνει καριέρα ως influencer πλέον σε Instagram και TikTok, θυμόμουν τα "περίεργα παιδιά” της μόδας που αναζητούσαν το προσωπικό τους στιλ στο Tumblr και το subdomain blogspot.com, στα βιντατζάδικα της Αθήνας και στην καταγραφή του street style από φωτογράφους δρόμου. Άνθισαν σε μία εποχή που όσο πιο περίεργοι, αλλοπρόσαλλοι, ευφάνταστοι ήταν οι συνδυασμοί που έκανες, τόσο πιο fashion conscious θεωρούσουν. Η εποχή αυτή ήταν τα απόνερα όλων των υποκουλτούρων των περασμένων δεκαετιών που μετουσιώθηκαν στη φυλή των hipesters, τον προπομπό του "όλοι - όλα”.

Το άρθρο αυτό επανέφερε στη μνήμη μου το πολύ αγαπημένο newsletter StyleTitle της Ίλιας –Sybil Σδράλλη με τίτλο "Its Personal Aesthetics vs the Algorithm”. Αυτό που η αγγίζει η Σδράλλη είναι η ομογενοποίηση στα χρόνια του αλγόριθμου. Το "όλοι - όλα” που λέγαμε με κριτική διάθεση κυρίως για τα μουσικά γούστα στα μέσα των 10’s όσοι γράφαμε στα εναλλακτικά μέσα και προσπαθούσαμε να κρατηθούμε με νύχια και με δόντια από τον μανδύα (ή μήπως ήταν μία adidas ζακέτα;) του ρομαντισμού της brit pop και της indie έχει εξαπλωθεί και στη μόδα, ειδικότερα μετά την επέλαση των influencers στα social media, τις "μουσικές καρέκλες” στη βιομηχανία που έχουν φέρει στις νευραλγικές θέσεις μεγάλων οίκων άτομα που δεν έχουν διαμορφώσει ακόμη το ξεχωριστό αισθητικό τους αποτύπωμα και το trend της ήσυχης πολυτέλειας όπου όλα μοιάζουν βγαλμένα από το σύμπαν της Gwyneth Paltrow.
Αναρωτιέται η fashion writer στο newsletter της "Έχει ισοπεδώσει ο αλγόριθμος τον διαδικτυακό αισθητικό μας κόσμο;”. Για να απαντήσει ανέτρεξε στο βιβλίο του Kyle Chayka, "Filterworld: How Algorithms Flattened Culture", ο οποίος εδώ και χρόνια γράφει για το πώς η κουλτούρα των μεγάλων πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης εισχωρεί στην πραγματική ζωή, επηρεάζοντας πρώτα τις εμφανίσεις και τώρα το πώς και τι κουλτούρα δημιουργείται, μαζί με τους μηχανισμούς με τους οποίους διαδίδεται παγκοσμίως. Με τον όρο Filterwood περιγράφει την κυριαρχία των αλγοριθμικών συστάσεων στην κουλτούρα, ο οποίος, πιστεύει ο συγγραφέας, έχει ωθήσει την κοινωνία προς μια άψυχη ομοιομορφία. "Εν ολίγοις”, καταλήγει η Σδράλλη, "διδασκόμαστε να μας αρέσουν τα ίδια πράγματα”.
Το δίλημμα
Διαβάζοντας της λέξεις της, δε θυμήθηκα απλά όσα έγραφα πριν λίγο καιρό. Όλα έδεσαν με μερικές σκέψεις που έκανα μόλις την προηγούμενη μέρα. Είναι πρωί και έχω αποφασίσει πριν το γραφείο να πάω λαϊκή (έχω λαχταρίσει ντομάτα που να έχει - όντως - γεύση ντομάτα). Κοιτάζω στην κρεμάστρα, ένα κίτρινο bucket hat που αγόρασα προ ημερών από τον Κοντούλη, τον έμπορο στη συμβολή των οδών Αθηνάς και Βλαχάβα, που διαθέτει από στρατιωτικά είδη μέχρι είδη ταξιδίου και αποτελεί φάρο μιας Αθήνας που χάνεται, περιμένει να το φορέσω. Έχει ένα ιδιαίτερο λαμπερό κίτρινο χρώμα. Μα βέβαια! Έχω ένα oversized πουκάμισο στην ίδια απόχρωση. Αστραπιαία το συνδυάζω με ένα φαρδύ denim σορτς και ανυπομονώ για την κριτική του Σταύρου, τον άρχοντα του πάγκου από τον οποίο αγοράζω σταθερά ντομάτες και αγγούρια, που όποτε φοράω μαύρα ωρύεται, γιατί προτιμά να με βλέπει με χρώματα. Λέει πως μου ταιριάζουν καλύτερα.

Παρόλο που δεν πρόκειται για κάποιο πολύ αιχμηρό συνδυασμό, αυτό το έντονο colour blocking με κίτρινο με έκανε να νιώσω πολύ "εγώ”. Και όσο χαρούμενη ήμουν πηγαίνοντας στη λαϊκή, άλλα τόσο προβληματισμένη επέστρεψα όταν ανεβαίνοντας προς το διαμέρισμά μου έριξα μια κλεφτή ματιά στον καθρέφτη της εισόδου. "Μήπως δεν πρέπει να πάω έτσι στο γραφείο;”. Να σημειώσω πως ο χώρος εργασίας μου μού προσφέρει απόλυτη ενδυματολογική ελευθέρια. Οκ, δε θα πάω με το μαγιό μου στη δουλειά, αλλά δεν υπάρχει αυστηρό dress code. Τηρούμε μονάχα τους άγραφους κανόνες ευπρέπειας. Εντόπισα, λοιπόν, ότι αυτό που με κράτησε δεν ήταν κάποιο άγχος σχετικά με το αν το outfit μου ήταν "office apropriate”, αλλά το ότι ήταν… κάπως weird και μοναδικό και παιχνιδιάρικο - δηλαδή ακριβώς αυτό που μου αρέσει να κάνω με τα ρούχα. Να παίζω και να φτιάχνω εικόνες, όχι για τους άλλους, αλλά για μένα. Από που ήρθε λοιπόν αυτή η συστολή; Γιατί ένιωσα ξαφνικά προβληματισμένη που το σύνολό μου ήταν "περίεργο";

Αφού άλλαξα, φορώντας ένα μαύρο T-shirt και μία μαύρη φούστα με λευκά ανθάκια, δύο items της ντουλάπας μου που είναι και πάλι "εγώ”, ωστόσο φορεμένα μαζί είναι αρκετά συμβατικά, κράτησα όλες αυτές τις σκέψεις στο μυαλό μου. Σε κάποιο μικρό διάλειμμα έκανα ένα ακόμη scroll και έπεσα πάνω σε ένα από τα αγαπημένα μου fashion accounts, το @watchingnewyork του φωτογράφου δρόμου Johnny Cirillo, που καταγράφει το street style των κατοίκων της Νέας Υόρκης. "Να, πια δεν τολμάω να κάνω τους συνδυασμούς που έκανα στα 20’s μου”, σκέφτηκα χαζεύοντας τα φρέσκα κορίτσια και αγόρια της αμερικανικής πόλης με τα πιο αξιοπερίεργα looks. Μετά από πάρα πολύ καιρό, το αυθεντικό street style που κάποτε κατανάλωνα με μανία, δεν μου φαίνονταν παρωχημένο. Για την ακρίβεια, συνειδητοποίησα πόσο μου έχει λείψει.
Γεια σε όλους τους επαναστάτες
Όταν λοιπόν έφτασε στο inbox μου το newsletter StyleTitle κατάλαβα τι ήταν εκείνο που με έχει απομακρύνει από τους πιο τολμηρούς συνδυασμούς. Καθημερινά βομβαρδίζομαι με κορίτσια ντυμένα σε ουδέτερους τόνους που γυρνούν με μία μπαγκέτα ψωμί υπό μάλης στους δρόμους του Παρισιού. Γυναίκες με μελετημένα, αν όχι αυστηρά σύνολα κι ένα μπουκέτο τριαντάφυλλα στην αγκαλιά στις στοές του Μιλάνου. Νεαρές ενήλικες στο Περιστέρι που δημιουργούν office chic σύνολα, όχι για το γραφείο, αλλά για να απολαύσουν τον καφέ τους στον γεμάτο ζωή πεζόδρομο. Η κυρίαρχη κουλτούρα είναι μία απαλή, εστέτ προσέγγιση του street wear όπου όλα πρέπει να είναι ή να μοιάζουν ακριβά. Από το sneaker, μέχρι το μικροσκοπικό τσαντάκι και από τα γυαλιά ηλίου μέχρι το "no - makeup makeup”. Όλα τα στοιχεία που θα κάνουν το στιλ προσωπικό εκλείπουν γιατί πλέον θεωρούνται από ευτελή, μέχρι "βρώμικα”, ή τέλος πάντων δεν εμπίπτουν στο clean girl aesthetic.

Κλείνει, λοιπόν, το newsletter η Σδράλλη με μία πρόταση που ζήλεψα πολύ και θα ήθελα να την έχω γράψει κι εγώ, "Το να επιμένουμε στη βαθιά προσωπική μας αισθητική, έστω και αν αυτή τη στιγμή δεν είναι "στη μόδα", μήπως είναι η πιο επαναστατική πράξη που έγινε ποτέ;”. Το επόμενο πρωί, στο λεωφορείο μαζί μου, μπήκε μια κοπέλα που ανήκει εμφανώς στην Gen Z, αν όχι στην Alpha. Φορούσε τα μεγάλα της ακουστήκα, ένα λεοπάρ κορσέ και από κάτω φαρδιά φόρμα adidas, μαύρη, αν και ξεθωριασμένη, με κόκκινες ρίγες και μάλλον αντρική. Το outfit συμπλήρωναν ένα ζευγάρι φθαρμένα μαύρα sneakers. Ρούφηξα με λαιμαργία όλη την πληροφορία του στιλ της και - αν και στο τέλος δίστασα - θέλησα να την σκουντήξω και να της πω "Γεια σου μικρή επαναστάτρια!”.