Υπάρχει κάτι μαγνητικό στα ρούχα της Ελένης Καββάδα που δημιουργεί κάτω από το brand 240791. Το προφανές είναι ότι μοιάζουν με εικαστικές εγκαταστάσεις. Οι τρισδιάστατες κατασκευές τις Ελένης έχουν πολλαπλά επίπεδα και φανερές ή κρυφές λεπτομέρειες που χρειάζονται χρόνο και συγκέντρωση για να μελετηθούν σωστά, κάτι που κανένας δεν μοιάζει να διαθέτει στις μέρες μας. Το ότι η Ελένη "τα απαιτεί” από μας είναι ένα από τα πιο όμορφα χαρακτηριστικά της δουλειάς της.

Στην αισθητική ταυτότητα της σχεδιάστριας συναντώνται η ενδυματολογία με τη σύγχρονη τέχνη και η θεατρικότητα με την άρτια δεξιοτεχνία. Αν και κάθε φορά που καλούμαι να χαρακτηρίσω την υπογραφή ενός Έλληνα σχεδιαστή προσπαθώ να αποφεύγω τις συγκρίσεις με τα διεθνή ονόματα (ίσως είναι κάτι που πρέπει να σταματήσουμε να κάνουμε, καθώς οι επιρροές είναι δεδομένες, αλλά κάθε δημιουργός έχει το δικό του, ξεχωριστό αποτύπωμα) δεν μπορώ να μην εντοπίσω στο ύφος της Καββάδα την καλλιτεχνική επιρροή των Rei Kwakubo, Martin Margiela, Issey Miyake και Rick Owens.
Η μόδα ως τέχνη
Αν και είχα έρθει σε επαφή με το έργο της από τότε που ξεκίνησε να το επικοινωνεί στα social media, άκουσα για πρώτη φορά την Ελένη Καββάδα να μιλά για τη δουλειά της στο panel discussion "Μόδα, Τέχνη και Ελληνική Αγορά” στο Meditaranean Colleage στο πλαίσιο της παρουσίασης του νέου του προπτυχιακού προγράμματος Fashion Design & Marketing. Το πάθος και η αδιαπραγμάτευτη σιγουριά με την οποία μιλούσε για τη μόδα και ειδικότερα την αντιμετώπισή της ως τέχνη, αλλά και τις προκλήσεις που έχει μία τέτοια επιλογή, με εντυπωσίασαν. Στη φιλοσοφία της νεαρής σχεδιάστριας δεν υπάρχει καμία μεμψιμοιρία, καμία δεύτερη σκέψη.

Παρόλα αυτά, προτού κάνουμε αυτή την συνέντευξη, με αφορμή των εορτασμό 30 χρόνων της Madame Figaro στον ελληνικό Τύπο, σκεφτόμουν ότι η Ελένη έχει διαλέξει "τον δύσκολο δρόμο”, δηλαδή αυτόν της εικαστικής προσέγγισης, ειδικά για την μικρή αγορά της Ελλάδας. Τελικά, είναι άδικο να το σκέφτεται κανείς για το έργο της, κι αυτό γιατί τον έχει επιλέξει συνειδητοποιημένα και τον υπηρετεί με τέτοια συνέπεια που αποδεικνύει ότι η ταλαντούχα σχεδιάστρια, όχι απλώς γνωρίζει πολύ καλά τι κάνει, αλλά η επιμονή και η πίστη με την οποία το κάνει - χωρίς παράλληλα να εθελοτυφλεί - την έχει καθιερώσει ήδη ως μία από τις τολμηρές φωνές της εγχώριας μόδας, κάτι που Ελλάδα έχει ανάγκη.

Δυνατή ταυτότητα
Ήθελες να ασχοληθείς πάντα με τη μόδα; Εξερευνούσες αυτό το μονοπάτι από παιδί;
Ασχολούμαι με την μόδα από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Δεν επέλεξα αυτό το επάγγελμα, ήταν πάντα μαζί μου. Στις κούκλες μου, στη σχολική μου τσάντα, στο θρανίο μου, στα βιβλία μου. Μου έκαναν πάντα εντύπωση οι υφές, το σχήμα της χαρτοπετσέτας όταν την διπλώσεις δύο και μετά τέσσερις φορές, ο τρόπος που κρέμονταν οι κουρτίνες στο σαλόνι, τα χρωματιστά υφάσματα που χόρευαν με το περπάτημα μιας γυναίκας στο δρόμο. Δε νομίζω ότι με ενδιέφεραν ποτέ τα ρούχα σαν καθημερινή χρηστική αξία, αλλά με μαγνήτιζαν σαν κινούμενοι, αστικοί, αφαιρετικοί πίνακες.
Σπούδασα σχέδιο μόδας και κατασκευή ενδύματος στο Μιλάνο και την Φλωρεντία, δούλεψα για ένα μικρό χρονικό διάστημα στον οίκο Salvatore Ferragamo, ήρθα πίσω στην Ελλάδα για ένα καλοκαίρι, αλλά τελικά έμεινα για πολλά. Γνώρισα τον Γιώργο Ελευθεριάδη, μαθήτευσα και δούλεψα δίπλα του για 6 χρόνια και όταν ένιωσα ότι ήρθε η στιγμή για την δική μου πορεία αποχώρησα και γεννήθηκε επίσημα πια το 240791. Η ταυτότητα του brand διαμορφώθηκε μόνη της, όταν κλείστηκα σε ένα στούντιο την εποχή του covid και άφησα τα χέρια μου ελεύθερα να πειραματιστούν, δίχως συγκεκριμένη κατεύθυνση. Όλα ξεκίνησαν τότε.

Πόσο εύκολο είναι να κάνει ένας νέος δημιουργός μόδα στην Ελλάδα σήμερα και πιο συγκεκριμένα στο δικό σου σχεδιαστικό ύφος που έχει έντονο το στοιχείο τhς αποδόμησης, όγκους και απροσδόκητες γραμμές;
Η Ελλάδα είναι δίκοπο μαχαίρι σε αυτή την περίπτωση. Η καλή πλευρά είναι το γεγονός ότι, καθώς η καλλιτεχνική κοινότητα είναι μικρή (σε σχέση πχ με της Αμερικής, του Παρισιού, του Λονδίνου), αυτό αυτομάτως σημαίνει πως αν έχεις να πεις κάτι ενδιαφέρον, τα νέα ταξιδεύουν γρήγορα, το έργο σου θα φανεί. Στην όχι και τόσο ευνοϊκή πλευρά του νομίσματος, βρίσκεται το γεγονός ότι αν δεν είσαι ένα αρκετά εμπορικό brand, με δυνατά μαρκετίστικα ταλέντα, η επιχείρησή σου θα δυσκολευτεί να γίνει βιώσιμη.
Προσωπικά, διατηρώ πέρα από τα δημιουργικά και θεατρικά μου κομμάτια και μια Ready-to-Wear συλλογή κάθε σεζόν, για να μπορέσω να στοχεύσω σε μια κάποια οικονομική ισορροπία. Ιδανικά, θα ήθελα να ασχολούμαι αποκλειστικά με τα installation pieces, αλλά στη συγκεκριμένη χώρα και την δεδομένη στιγμή είναι δυστυχώς ανέφικτο.
Τι σου δίνει κίνητρο να συνεχίζεις παρά τις δυσκολίες που μπορεί να αντιμετωπίζει ένας δημιουργός στην Ελλάδα;
Είμαι αισιόδοξη και δουλεύω καθημερινά και πολύ, προς την επίτευξη των στόχων μου. Υπάρχουν στο πρόγραμμα πολύ δύσκολες ημέρες, μήνες που η δουλειά είναι πραγματικά πολύ πεσμένη, αλλά δεν έχω άλλη επιλογή από το να είμαι η τελευταία που θα αμφισβητήσει τον κόσμο και το σύμπαν που έχω δημιουργήσει.


Τι προσδοκίες είχες όταν ξεκινούσες το δικό σου brand;
Δεν ξεκίνησα με προσδοκίες, αλλά με πρακτική εξάσκηση στην τεχνική μου δεξιοτεχνία, ώστε να μην μπορεί να αμφισβητηθεί μελλοντικά από κανέναν.
Πόσες φορές χρειάστηκε να αναθεωρήσεις τις δημιουργικές σου αποφάσεις μέχρι να διαμορφωθεί η αισθητική ταυτότητα του brand σου;
Καμία. Ξεκίνησα με μια δυνατή φωνή και ταυτότητα, οπότε με προσέγγισαν και με προσεγγίζουν εκείνοι οι οποίοι βλέπουν κάτι σε μένα που τους αφορά.
Θα έλεγες ότι είσαι από τους σχεδιαστές που αντιμετωπίζουν τη μόδα ως Τέχνη, ή θεωρείς ότι η μόδα καλύπτει απλώς την ανάγκη της ένδυσης και εξαρτάται από το κάθε άτομο ξεχωριστά πώς θα αντιμετωπίσει ένα κομμάτι στιλιστικά;
Νομίζω πως αν κάποιος γνωρίζει το 240791, ξέρει αυτόματα και την απάντηση. Υπάρχουν πολλά σημαντικά και άρτια ready to wear brands στην χώρα για να καλύψουν τις καθημερινές ανάγκες του αγοραστικού κοινού. Εγώ, ενώ προσφέρω και την εμπορική ματιά του 240791 (σ.σ. η Ready-to-Wear σειρά του 240791), είμαι ταγμένη στην αντιμετώπιση του ενδύματος ως τέχνη.

Παρατηρούμε συχνά ότι οι σχεδιαστές, ειδικά εκείνοι με ένα ιδιαίτερο αισθητικό αποτύπωμα, στην προσωπική τους ζωή επιλέγουν πιο πρακτικά και απλά ρούχα. Εσύ τι φοράς στην καθημερινότητά σου; Για παράδειγμα, τι φοράς ενώ εργάζεσαι στο ατελιέ και τι σε μια βραδυνή έξοδο;
Αυτό είναι μια απόλυτη αλήθεια. Εάν εργάζεσαι σε ατελιέ, που σημαίνει πως κάθεσαι συχνά στο πάτωμα, σχεδιάζεις με κιμωλία, κόβεις υφάσματα που αφήνουν ξέφτια-βδέλλες, θα πρέπει να είσαι αντίστοιχα εργονομικά ντυμένη/ος/ο. Σαν φοιτήτρια ντυνόμουν πιο δημιουργικά, αλλά τώρα πια μέσα σε αυτή την εργονομία και πρακτικότητα, έχω βρει μια ειλικρίνεια. Μου αρέσει, επίσης, αυτή η μεγάλη αντίθεση μεταξύ εμού και του έργου μου.
Πιστεύεις ότι η Ελλάδα έχει μια συμπαγή σκηνή σχεδιαστών;
Η Ελλάδα είναι ένα μεγάλο καζάνι ταλέντου, όχι μόνο στη μόδα αλλά στην τέχνη εν γένει. Καταπληκτικοί παλαιότεροι σχεδιαστές, κάποιοι εκ των οποίων καταφέρνουν και ανανεώνονται σε κάθε νέα τους συλλογή, και μια δυνατή νέα σκηνή που ελπίζω να μην κατευναστεί από τα διάφορα κακώς κείμενα και να χαράξει τη δική της δυναμική πορεία.

Πώς σχολιάζεις την εξέλιξη της ελληνικής μόδας τα τελευταία 30 χρόνια;
Η δεκαετία του 1990 ήταν φωτεινή για την ελληνική μόδα, όπως και οι αρχές των zeros. Πολλή δημιουργικότητα, πόροι, έξυπνοι και ταλαντούχοι σχεδιαστές-επιχειρηματίες, προβολή στο εξωτερικό. Εκεί που χτυπήθηκε –και- η μόδα κάτω από την ζώνη, ήταν στην οικονομική κρίση.
Πολλές επιχειρήσεις έβαλαν λουκέτο, άλλες "μαζεύτηκαν" ως προς τα ανοίγματά τους, άλλες κράτησαν πολύ πιο εμπορικό και εύπεπτο προφίλ για να μπορέσουν να επιβιώσουν. Θέλω να πιστεύω πως βγαίνουμε σιγά σιγά από αυτήν τη μαύρη τρύπα και πως δεν μας περιμένει μια ακόμα μεγαλύτερη στην επόμενη γωνία. Μας αξίζει.
Θυμάσαι την πρώτη φορά που κράτησες τεύχος της Madame Figaro στα χέρια σου;
Μεγάλωσα σε σπίτι όπου τα περιοδικά και οι εφημερίδες είχαν την τιμητική τους, ειδικά τα Σαββατοκύριακα. Ο πατέρας μου ο οποίος ήξερε το ενδιαφέρον (έως λύσσα) μου για την μόδα, με προμήθευε με τα αντίστοιχα έντυπα, ανάμεσα σε αυτά πάντα και το Μadame Figaro, που τα περίμενα πώς και πώς.

Βιωσιμότητα vs γρήγορα trends. Τεχνητή νοημοσύνη vs. ανθρώπινης δημιουργικότητας και έκφρασης. Τελικά, το μέλλον της βιομηχανίας είναι αισιόδοξο ή απαισιόδοξο;
Το πιο εύστοχο σχόλιο σχετικά με την τεχνητή νοημοσύνη το διάβασα πρόσφατα. Ανήκει σε μια συγγραφέα η οποία λέει τα εξής: "I want AI to do my laundry and dishes so that I can do art and writing, not for AI to do my art and writing so that I can do my laundry and dishes” (μτφ. Θέλω η τεχνητή νοημοσύνη να κάνει τις δουλειές του σπιτιού, όπως το πλύσιμο των πιάτων και των ρούχων, ώστε να μπορώ να αφιερώσω χρόνο στην τέχνη και τη συγγραφή, όχι να κάνει την τέχνη και τη συγγραφή μου, ώστε εγώ να ασχολούμαι με τις δουλειές του σπιτιού).
Πέρα από αυτό το αυτονόητο, κατά τη γνώμη μου, όλο το νόημα είναι η ιδέα, η ιδέα που θα κατεβάσει ο ανθρώπινος νους, με βάση την φαντασία του, τα βιώματά του, τα συναισθήματα και τις προσλαμβάνουσες του. Μπορεί το ΑΙ να προσφέρει εξελιγμένα τεχνικά μέσα, αυτά όμως πρέπει να έχουμε ως στόχο να εξυπηρετούν τους δημιουργούς, όχι να τους αντικαθιστούν.
Η δύναμη βρίσκεται στον αποδέκτη, στο να προτιμήσει να υποστηρίξει την χειροπιαστή τέχνη, την μικρή επιχείρηση, τη φρέσκια ιδέα με την οποία μπορεί στο κάτω - κάτω και να ταυτιστεί. Μαζί με αυτήν τη προτροπή, έρχεται χέρι - χέρι και η προτίμηση της αποφυγής των γρήγορων trends και οι βιώσιμες και διαχρονικές επιλογές στην πρακτική, αλλά και συναισθηματική κατανάλωση.
Τι μας εύχεσαι τώρα που σβήνουμε 30 κεράκια στην τούρτα;
Απλή, άμεση, ξεκάθαρη ευχή: Να τα πούμε ξανά, μετά από ακόμα 30 χρόνια.
Τα 240791 είναι διαθέσιμα στο Studio Avra, Ιοφώντος 14, Παγκράτι και στο studioavra.gr