Summer feeling
Αφορμή για τη συνάντησή μας ήταν η συμμετοχή του στη σειρά του Mega Σκοτεινή θάλασσα, όπου κρατάει τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Ωστόσο, ο Γιώργος Παπαγεωργίου δεν είναι απλώς ένας ηθοποιός – ούτε καν απλώς ένας από τους καλύτερους της γενιάς του. Έχοντας μια γεμάτη πορεία στο θέατρο και συμμετοχές σε τηλεοπτικές σειρές, είναι επίσης μουσικός (τραγουδιστής των Polkar, της μπάντας που ίδρυσε για να κρατάει επαφή με την πατρώα Θεσσαλονίκη), ενώ τα τελευταία χρόνια πέρασε και στη σκηνοθεσία. Έχει μάλιστα σκηνοθετήσει και τη μητέρα του, την εξαίρετη ηθοποιό Φιλαρέτη Κομνηνού, από την οποία, πάντως, όπως λέει ο ίδιος, δεν πήρε το μικρόβιο της υποκριτικής.
Όντας τόσο πολυπράγμων, δεν είναι και τόσο αξιοπερίεργο το ότι, αν και στα 40, δηλώνει ότι έχει ήδη κάνει ό,τι επιθυμούσε στη ζωή του. Την ίδια στιγμή εξηγεί και γιατί ήταν ένας μικρός άθλος να καταφέρουμε να τον πετύχουμε κάπου και να του θέσουμε τις ερωτήσεις. Γι’ αυτό, η πρώτη ερώτηση ήταν ακριβώς αυτή:
Γιατί σε ψάχναμε τόσο πολύ;
ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ: Είμαι σε έναν μαραθώνιο γυρισμάτων για τη σειρά του Mega Σκοτεινή θάλασσα, με απαιτητικά γυρίσματα από το πρωί μέχρι το βράδυ, σχεδόν κάθε μέρα.
Μίλησέ μας για το ρόλο σου στη σειρά...
Υποδύομαι τον Χρήστο, τον βασικό ήρωα. Πρόκειται για έναν δύσκολο ρόλο, αφού τον Χρήστο τον κατηγορεί μια ολόκληρη πόλη αλλά και η οικογένειά του, ενώ ο ίδιος παλεύει με τον εαυτό του για να καταλάβει τι έκανε και αν είναι ένοχος ή όχι. Το ιδιαίτερο με τον ήρωα που ενσαρκώνω είναι ότι είναι διπολικός και χρειάστηκε πολύς κόπος και έρευνα για να ερμηνεύσω σωστά αυτή την πλευρά του. Για να πω την αλήθεια, αυτός ήταν και ο βασικός λόγος που είπα το "ναι" στη σειρά. Παράλληλα, θα συνεχίσω στο Θέατρο Ιλίσια το Ξύπνα, Βασίλη του Δημήτρη Ψαθά, σε σκηνοθεσία του Άρη Μπινιάρη.

Ας ξεκινήσουμε από την αρχή. Γεννήθηκες και μεγάλωσες στη Θεσσαλονίκη. Τι θυμάσαι από αυτήν; Τι νοσταλγείς;
Η Θεσσαλονίκη, όπου μεγάλωσα εγώ στα ’90s, ήταν μια πόλη που έσφυζε από ενέργεια, από ζωή και πολιτισμό, μια πόλη εκρηκτική, μια μουσικούπολη. Θυμάμαι τον Νίκο Παπάζογλου, που για μένα είναι κάτι σαν ο άγιός μου. Μιλώντας πρόσφατα με έναν φίλο από τότε, που ζει κι εκείνος πια στην Αθήνα, λέγαμε πως, αν και δεν υπάρχει περίπτωση να επιστρέψουμε για να ζήσουμε εκεί, αυτή η πόλη θα είναι πάντα η πατρίδα μας. Όποτε πηγαίνω νιώθω ότι βρίσκω το κέντρο μου. Αν έχω κάποια δυσκολία στη ζωή μου, εκεί ξαναγυρίζω για να πάρω δύναμη. Άλλωστε εκεί είναι και το συγκρότημά μου, οι Polkar, κι αυτό είναι πάντα μια αφορμή για να επιστρέφω.
Στην Αθήνα μένεις στο Παγκράτι.
Ναι, είναι μια περιοχή που επίσης με συνδέει με την παιδική μου ηλικία, επειδή εδώ έμεναν η γιαγιά μου και η θεία μου. Γενικά δένομαι πολύ με τους τόπους, τα σπίτια, τις γειτονιές και το Παγκράτι έχει μείνει στην καρδιά μου. Είναι γειτονιά, βλέπεις παιδιά να παίζουν στους δρόμους, γνωρίζεις τους ανθρώπους γύρω σου, έχει την αίσθηση μιας παλιάς αθηναϊκής γειτονιάς, με όλα βέβαια τα προβλήματα που υπάρχουν σε μια μεγαλούπολη.
Αν μπαίναμε στο σπίτι σου, τι θα βλέπαμε;
Την έγνοια μου για τα φυτά εσωτερικού χώρου, τα μαγνητάκια στο ψυγείο και έναν αχταρμά από βιβλία και CDs. Και ένα βινύλιο του Μάικλ Τζάκσον, κρεμασμένο σαν πίνακα στο σαλόνι. Αυτό που δε θα βλέπατε είναι φωτογραφίες στους τοίχους, γιατί ακόμη δεν έχω εκτυπώσει για να τις κρεμάσω. Κάποια στιγμή θα το κάνω.
Κι αν μπορούσαμε να δούμε τον εσωτερικό σου κόσμο, τι θα παρατηρούσαμε εκεί;
Ό,τι βλέπετε και στον εξωτερικό. Ίσως να βλέπατε επίσης πόσο ευμετάβλητη είναι η διάθεσή μου, κάτι που δε φαίνεται στην εικόνα μου. Αλλά γενικά σπάνια κρατάω πράγματα μέσα μου. Επειδή μου έτυχε να συναναστραφώ ανθρώπους που κρατούσαν "κρυφά χαρτιά", κάποια στιγμή πήρα την απόφαση να είμαι ανοιχτό βιβλίο. Προτιμώ να ξέρουν οι άλλοι με τι έχουν να κάνουν από την πρώτη στιγμή της γνωριμίας μας. Έτσι, είτε θα λατρέψει είτε θα μισήσει ο ένας τον άλλο.
Μεγάλωσες σε μια καλλιτεχνική οικογένεια, αλλά σπούδασες μάρκετινγκ και στη συνέχεια ασχολήθηκες με τη μουσική, το θέατρο και τη σκηνοθεσία. Τι απ’ όλα είσαι;
Κατ’ αρχάς, κάποτε δε σκεφτόμουν καν να ασχοληθώ με το θέατρο ή την τέχνη γενικά, γιατί αυτή ήταν η δουλειά της μαμάς μου και εγώ έλεγα να κάνω κάτι άλλο. Όταν σπούδαζα μάρκετινγκ, στο πρώτο έτος κατάλαβα ότι δε μ’ ενδιέφερε καθόλου και ένας φίλος μού έστρεψε τη σκέψη στο θέατρο. Πάντως, πρώτα πήρα το πτυχίο και μετά κατέβηκα στην Αθήνα για να δώσω εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού.

Η μουσική πώς προέκυψε;
Με τη μουσική ήμουν ερωτευμένος από τα 16, είχαμε μπάντες στο σχολείο και παίζαμε σκληρά πανκ, ροκ. Μετά αποφάσισα να "σοβαρευτώ" και την εγκατέλειψα. Όμως, όταν ήμουν στη Δραματική Σχολή του Εθνικού, ο ανταγωνισμός με τους άλλους μου δημιούργησε μια νοσταλγία για την ομαδικότητα και το δέσιμο που νιώθεις όταν ανήκεις σε μια μπάντα. Στη συνέχεια έκανα θέατρο για περίπου έξι χρόνια, όταν κατάλαβα πως κάτι λείπει από τη ζωή μου. Έτσι έφτιαξα τους Polkar. Αυτό το συγκρότημα μαζί με τη σκηνοθεσία και παράλληλα με την υποκριτική ήταν ό,τι ήθελα να κάνω στη ζωή μου, δεν έχω πια κανένα απωθημένο.
Διάβασα ότι δεν ήθελες να σε ρωτάνε για τη μητέρα σου. Νιώθεις να σε "κατατρέχει" η παρουσία της;
Αυτό που με ενόχλησε είναι ότι, ενώ είχα κάνει θέατρο για 12 χρόνια και το θεατρόφιλο κοινό γνώριζε καλά ποιος είμαι και ποια είναι η πορεία μου, όταν έκανα τηλεόραση, κάποιοι δημοσιογράφοι μου έβαλαν την ταμπέλα "ο γιος της Κομνηνού". Από την άλλη, είναι δεδομένο ότι αυτό το είδος της δημοσιογραφίας υπάρχει. Και βέβαια είμαι γιος της Φιλαρέτης Κομνηνού και είμαι υπερήφανος για τη μητέρα μου, αλλά δεν μπορεί αυτό να είναι και ένας τίτλος τιμής. Όπως και να ’ναι, τα τελευταία χρόνια συστήνομαι ως "Γιώργος" στο τηλεοπτικό κοινό και αυτό αρκεί. Άλλωστε από πολύ μικρός είχα συγκροτήσει τη δική μου ταυτότητα.
Ο γάμος σου με τη Δανάη Μιχαλάκη πόσο άλλαξε τη ζωή σου;
Καθόλου, ζω ακριβώς όπως πριν.

Λένε ότι η παρουσία μιας γυναίκας στη ζωή ενός άντρα τον κάνει καλύτερο. Πιστεύεις ότι η Δανάη σου έβγαλε τον καλύτερό σου εαυτό;
Νομίζω, ναι. Πριν τη γνωρίσω, ήμουν πολύ οξύθυμος, κυκλοθυμικός, μπερδεμένος. Μετά μαλάκωσα και ταυτόχρονα βρήκα έναν άλλο εαυτό, ευτυχισμένο. Πριν μου έλειπε η ευτυχία. Αναζητούσα την επιτυχία επειδή μου έλειπε η ευτυχία. Τώρα με τη Δανάη νιώθω ευτυχισμένος. Εκείνη με μαθαίνει την υπομονή, που δεν την είχα, κι εγώ της μαθαίνω το αντίθετο της υπομονής, να τα κάνουμε όλα λίγο πιο αυθόρμητα, να μην τα αναβάλλουμε.
Καταλαβαίνω ότι δε σε φοβίζει η αποκλειστικότητα σε μια σχέση...
Αντίθετα, πιστεύω απόλυτα σ’ αυτήν. Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο αποφασίσαμε να παντρευτούμε, επειδή μ’ αρέσει πολύ το συντροφικό κομμάτι. Νομίζω πως υπάρχει πια μια στροφή στην αποκλειστική σχέση, όλο και περισσότεροι άνθρωποι γύρω μου αποζητούν μια μόνιμη αγκαλιά για το βράδυ.
Τι τίτλο θα έβαζες σε ένα βιβλίο όπου θα έγραφες την πιο βαθιά σου αλήθεια;
"Ταξιδιάρα ψυχή". Το ταξίδι, ως πράξη αλλά και ως ιδέα, με συνοδεύει υπαρξιακά σε όλη μου τη ζωή. Μπορεί να είναι ένα ταξίδι καταμεσής του χειμώνα σε ένα μικρό νησί, μόνος στο καράβι, αλλά μπορεί να είναι και μια ταινία που θα με ταξιδέψει σε μια ανάμνηση. Ναι, αυτό τον τίτλο θα έβαζα, "ταξιδιάρα ψυχή".
Διάβασε κι εδώ την αποκλειστική συνέντευξη της Δανάη Μιχαλάκη στη Madame Fiagro.
Οι πιο πρόσφατες Ειδήσεις
Διαβάστε πρώτοι τις Ειδήσεις για Mόδα, Ομορφιά, Συγχρονη Ζωή, Πολιτισμό, Design και Γαστρονομία στο madamefigaro.gr