26 χρόνια μετά τον θάνατό της, συνεχίζει να αποτελεί μια από τις πιο ξεχωριστές προσωπικότητες που είδαμε ποτέ
Ήταν 6 Μαρτίου 1994 όταν η Μελίνα Μερκούρη έφυγε νικημένη από τον καρκίνο, αφήνοντας πίσω της ένα τεράστιο κενό στον καλλιτεχνικό και πολιτιστικό χώρο. Και όχι μόνο. Η διάσημη Ελληνίδα καλλιτέχνις αποτέλεσε μια από τις πιο εμβληματικές προσωπικότητες που γνώρισε η χώρα τον 20ο αιώνα και άφησε ανεξίτηλο το στίγμα της στην ιστορία του τόπου. Τόσο την καλλιτεχνική, όσο και την πολιτιστική αλλά και πολιτική.
Ποια ήταν η Μελίνα Μερκούρη; Γνώρισε την μοναδική αυτή προσωπικότητα μέσα από τις δικές της δηλώσεις που είχε κάνει κατά καιρούς.
Ο πρώτος μεγάλος έρωτας της ζωής της
"Από τη στιγμή που βγήκε στη σκηνή τον ερωτεύτηκα (Γιώργος Παππάς). Τα μάγουλα μου κοκκίνισαν. Ήμουν σίγουρη πως οι χτύποι της καρδιάς μου ακούγονταν σ' όλο το θέατρο. Δεν υπήρχε επιστροφή, ήμουν απελπισμένα, οριστικά ερωτευμένη. Ξαναείδα το έργο τις δεκαπέντε επόμενες νύχτες... Έπρεπε να καταφέρω να βλέπω το Γιώργο κάθε νύχτα ή να πεθάνω. Στο τέλος, οι ηθοποιοί, οι ταξιθέτριες και το προσωπικό του θεάτρου άρχισαν να με χαιρετάνε με χαμόγελα γεμάτα σημασία. Ήταν ζήτημα χρόνου να φτάσουν τα νέα στην οικογένεια μου.... Μια αγαπημένη μου φίλη, η Κική Καλόγνωμου, με προειδοποίησε για τη θύελλα που μαζευόταν. Είχε ακούσει πως κάποιος σχεδίαζε να στείλει ένα ανώνυμο γράμμα στον παππού μου.
Η προειδοποίηση της όμως δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα. Καμία δύναμη στον κόσμο δεν μπορούσε να με κάνει ν' απαρνηθώ την αγάπη μου...
Τότε τον συνάντησα στη βιτρίνα ενός βιβλιοπωλείου... Τότε, ω Θεέ μου! μου μίλησε, με πολύ ευγενικό τρόπο: "Βλέπω πως σας αρέσει το θέατρο". Κούνησα σπασμωδικά το κεφάλι μου και θυμήθηκα να κρατάω τα χείλια μου σφιχτά κλεισμένα για να μην τα δει τα άσχημα σιδεράκια που φορούσα για να διορθώσω τα πεταχτά μου δόντια. "Θα θέλατε να σας διδάξω μερικά πράγματα για το θέατρο;" Κι άλλο σπασμωδικό κούνημα του κεφαλιού. "Θέλετε να συναντηθούμε αύριο στο Ζάππειο;". "Ναι", ούρλιαξα από μέσα μου κι έτρεξα στον οδοντογιατρό. "Δεν αντέχω τον πόνο. Σας παρακαλώ βγάλτε μου αμέσως το σιδεράκι".

Η πρώτη γνωριμία της με τον Ζιλ Ντασέν
"Ο Μιχάλης (Κακογιάννης) οργάνωσε τη βραδιά σ' ένα θεατράκι της οδού rue d' Antibes. Ζήτησε από εμένα και το Γιώργο Φούντα να παραβρεθούμε... Τρία πράγματα με εντυπωσίασαν: η φαντασία του Μιχάλη, που θριάμβευσε πάνω στα περιορισμένα μέσα μας, η μουσική του Μάνου και το παίξιμο του συμπρωταγωνιστή μου Γιώργου Φούντα. Πίστευα πως ήταν καλύτερο από το δικό μου. Όταν η ταινία τελείωσε, ακούστηκαν θερμά χειροκροτήματα. Ο κόσμος ερχόταν να μας συγχαρεί. Αλλά ένας άνθρωπος ήρθε πηδώντας πάνω από τα καθίσματα σαν κατσίκι του βουνού. Ο Μιχάλης είπε: "Να σας συστήσω". Τα μάτια του ήταν πολύ γαλανά. "Η Μελίνα Μερκούρη, ο Γιώργος Φούντας, ο Ζιλ Ντασέν".
Για τη βραδιά των Όσκαρ
"Από όλες τις χώρες που εκπροσωπήθηκαν στις Κάννες, η Ελλάδα ήταν η μόνη που δεν έδωσε επίσημη δεξίωση. Οι άνθρωποι της United Artists απογοητεύθηκαν: αυτές οι δεξιώσεις εξασφάλιζαν δημοσιότητα και φωτογραφίες στις εφημερίδες. Ο Τζούλι τους ρώτησε αν εξακολουθούν να πιστεύουν στην ταινία. Είπαν ναι. Τότε ο Τζούλι είπε: "Τότε δώστε μου χρήματα. Πολλά. Θα κάνουμε δική μας δεξίωση. Τίποτε το αλύγιστο και το επίσημο. Θα κάνουμε ένα πάρτι που όμοιο του δεν θα 'χουν ξαναδεί οι Κάννες"... Και δώσαμε πάρτι. Θα μιλήσω με μετριοφροσύνη για την ταινία, για την ηθοποιία μου, για οτιδήποτε, αλλά όχι για εκείνο το πάρτι. Ήταν κάτι το μυθικό. Υπήρχαν εφτακόσιοι άνθρωποι και ξετρελάθηκαν. Ο Μόραλης είχε μεταμορφώσει την ψυχρή αίθουσα του "Ambassador" σε ελληνική ταβέρνα. Οι "ζωηροί", που τους διορίσαμε "δημιουργούς κεφιού", έσπαγαν ποτήρια και πιάτα α λα ελληνικά. Οι καλεσμένοι τους μιμήθηκαν. Το μέρος ήταν γεμάτο με σπασμένα γυαλιά, αλλά ο ήχος του μπουζουκιού, που δεν τον είχαν ξανακούσει ποτέ, τρέλανε τον κόσμο. Δεν είχε σημασία πως δεν ήξεραν τους ελληνικούς χορούς. Ιστορίες και φωτογραφίες του πάρτι δημοσιεύτηκαν στις εφημερίδες ολόκληρου του κόσμου. Η ταινία ξεκίνησε με κρότο".
Για το θέατρο
"Δεν νομίζω ότι το Θέατρο είναι φυγή. Δεν το αισθάνθηκα ποτέ έτσι. Είναι γέννα το Θέατρο και επειδή εγώ δεν έχω παιδιά, δεν μπορούσα να κάνω παιδιά, όταν μου μιλάνε οι γυναίκες για ένα παιδί που γεννάνε, εγώ τις στιγμές της πρόβας ή τις στιγμές που κατάφερνα να γίνω η Μπλάνς ντι Μπουά ή ένας άλλος χαρακτήρας, αισθανόμουν ότι γεννάω κάποιο άλλο πρόσωπο και ξέφευγα βέβαια από τη Μελίνα Μερκούρη. Αλλά υπήρχε ο άλλος ο άνθρωπος δίπλα, που δεν είναι φυγή. Οι πρόβες, είναι το ωραιότερο πράγμα στο κόσμο στο Θέατρο".
Για τον ρόλο της Στέλλας
"Όταν ο Καμπανέλης έγραψε το έργο για μένα και με φώναζε αγοράκι, τότε, ο Κακογιάννης – ο οποίος είχε πρωτοέρθει στην Ελλάδα και είχε κάνει ένα φιλμ μαζί με τον Τάκη Χορν και την Έλλη Λαμπέτη – πήγε να βρει χρήματα για να κάνουμε τη Στέλλα. Κανείς δεν έδινε, γιατί εμένα δεν με ήθελαν. Έβρισκαν ότι δεν θα είχα φωτογένεια. Τότε, ήταν της μόδας οι νεαρές ενζενί με το μικρό στόμα. Τελικά κάναμε το πρώτο τεστ και ο Κακογιάννης έκανε κάτι πάρα πολύ νόστιμο και πάρα πολύ τολμηρό. Πήρε την κάμερα, την έβαλε εδώ ψηλά και μου έλεγε να γελάω. Γελούσα εγώ και μπήκε μέσα σχεδόν στο λαρύγγι μου, δηλαδή όλα γέμισαν με αυτό το τρομερό μεγάλο στόμα. Και αρχίσαμε τη Στέλλα".

Για τις ταινίες που έχει πρωταγωνιστήσει
"Βέβαια, τη Στέλλα την αγαπώ. Είναι η μόνη ταινία που μιλούσα ολοκληρωτικά ελληνικά. H Στέλλα ήταν Ελληνίδα. Λάτρεψα το "Ποτέ τη Κυριακή". Πάντα η μανία μου ήταν να φέρνω ανθρώπους στην Ελλάδα, δηλαδή τουριστικά. Θυμάμαι τον κύριο Τσάτσο, τότε ήταν Υπουργός Προεδρίας. Ήταν η πρώτη φορά, που άρχισαν να με στέλνουνε για προπαγάνδα τουρισμού στην Ελλάδα. Πήγα στη Σουηδία, σε όλα τα Σκανδιναβικά κράτη και ανοίξαμε τουριστικά γραφεία. Και ήξερα, όταν γίνηκε ο απολογισμός πέντε χρόνων, ότι το 80% των τουριστών ερχόντουσαν στην Ελλάδα να δούνε το σπίτι της Ίλιας, ερχόντουσαν να δούνε που γυρίστηκε το "Ποτέ την Κυριακή". Και αυτό, δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Εγώ πιστεύω ότι το "Ποτέ τη Κυριακή" είναι μια μεγάλη κλασσική ταινία και ότι η "Ιλια”, ο χαρακτήρας που έπαιζα, είναι η Ελλάδα. Που όλοι προσπαθούν να ξεπαρθενέψουνε, που όλοι προσπαθούνε να βιάσουνε και τελικά η "Ίλια” με ένα χαμόγελο και με μια λαϊκή συνείδηση, λέει όχι".

Για τα Μάρμαρα του Παρθενώνα και τον ελληνικό πολιτισμό
"Τα μάρμαρα, πιστεύω ότι είναι ένα εθνικό αίτημα. Aν πας στο πιο μικρό χωριό της Ελλάδας, θα μιλήσουνε: "Ε, Μελίνα τι γίνεται με τα μάρμαρα;". Πιστεύω ότι είναι μια υπερήφανη πολιτική εξωτερική και θα παρθούνε τα μάρμαρα. Πιστεύω επίσης, ότι να γίνεις η πρώτη πολιτιστική πρωτεύουσα και να γίνει θεσμός είναι σημαντικό. Tο όνειρο το δικό μου ήτανε να έρθουνε όλοι εδώ και να γίνει η συνάντηση Κορυφής για τον Πολιτισμό. H Ελλάδα πρέπει να πρωταγωνιστεί για τον πολιτισμό. Η Ελλάδα αυτό είναι. Η κληρονομιά της. Αυτό είναι η περιουσία της. Kι αν το χάσουμε αυτό, δεν είμαστε τίποτα. Και προπαντός τώρα, που θα γίνουνε όλα αυτά, που θα ανοίξουνε οι πόρτες, εμείς πρέπει να επιμένουμε σε μια πολιτιστική επανάσταση".
Για την αισιοδοξία
"Είμαι Ρωμιά, δηλαδή, είμαι φρικτά απαισιόδοξη στα μικρά πράγματα και μετά δίνω μια μπαμ και όταν συμβαίνει το κακό είμαι αισιόδοξη."
Ο μεγαλύτερος φόβος της
"Νόμιζα ότι φοβόμουν την αρρώστια, δεν είναι αυτό. Φοβάμαι να μην με αγαπάνε πια. Έχω το στομάχι μου, έχω έλκος και η τελευταία μου περιπέτεια ήταν πάρα πολύ ισχυρή. Αλλά, νομίζω ότι την έβγαλα πέρα πολύ αξιοπρεπώς και είδα κάτι, που χαλάλι. Είδα πόσο με αγαπάνε οι Έλληνες, και οι Ελληνίδες βέβαια. Πόσο με αγαπάει ο κόσμος".
Τα όνειρά της
"Όλα. Και όταν λέω όλα, όλα. Θα ήθελα να είχα υγεία, θα ήθελα να είμασταν καλά στο σπίτι και θα ήθελα η Ελλάδα να προοδεύσει και θα ήθελα να είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε την Κοινή Αγορά, να αντιμετωπίσουμε όλα τα προβλήματα που θα έρθουν και να μείνουμε μια χώρα με ιστορία, μια χώρα με μέλλον".