Η Θεοδώρα Τσάμη σε διπλό ρόλο, της μεταφράστριας και της ηθοποιού, στην παράσταση που παρουσιάζεται στο Altera Pars.
Η Θεοδώρα Τσάμη είναι μια ηθοποιός που αγαπά να εξερευνά σε βάθος τα κείμενα και τους ρόλους της. Στη νέα της δουλειά, καταπιάνεται με τον Μισάνθρωπο του Μολιέρου σε διπλό ρόλο: όχι μόνο ως ερμηνεύτρια, αλλά και ως μεταφράστρια του έργου. Η εμπειρία αυτή της έδωσε την ευκαιρία να έρθει πιο κοντά στην ψυχή του συγγραφέα, να αφουγκραστεί τον ρυθμό και το χιούμορ του 17ου αιώνα και να τα φέρει στη σημερινή γλώσσα, με αλήθεια και μουσικότητα. Στη σκηνή, συναντά την Αρσινόη – έναν ρόλο γεμάτο αντιφάσεις, που την οδήγησε σε ένα ταξίδι ενσυναίσθησης και αυτογνωσίας. Με αφορμή την παράσταση και την ίδρυση της θεατρικής ομάδας Aether, μιλά στη Madame Figaro για τις προκλήσεις της μετάφρασης, τη διαδικασία της ερμηνείας και τα κρυμμένα μαθήματα που της χάρισε η Αρσινόη.
Τι σε ώθησε να μεταφράσεις το συγκεκριμένο έργο; Υπήρχε κάποιο προσωπικό κίνητρο πίσω από αυτήν την επιλογή;
Η μετάφραση του Μισάνθρωπου ήταν για μένα μια σπουδαία πρόκληση, καθώς το έργο συνδυάζει την κωμωδία με έντονα κοινωνικά και φιλοσοφικά μηνύματα. Αυτή η αγανάκτηση του Αλσέστ για την ανθρώπινη υποκρισία και την κοινωνική διαφθορά, έχει μια διαχρονική απήχηση που, παρά τις αιώνες, παραμένει εξαιρετικά επίκαιρη. Αυτό ήταν που με ώθησε να κάνω αυτή τη μετάφραση. Ο Μολιέρος ήταν ειδικός στο να συνδυάζει την κωμωδία με την κριτική της κοινωνίας του, κάτι που του έδινε τη δυνατότητα να σχολιάζει με χιούμορ την ανθρώπινη φύση και τις αδυναμίες της.
Πιστεύω ότι η ανάγκη για κατανόηση και αντίληψη των ανθρώπινων αδυναμιών δεν έχει εκλείψει και αυτό κάνει το έργο ακόμα τόσο δυνατό και ενδιαφέρον. Ο Αλσέστ αδυνατεί και αρνείται να συμβιβαστεί με την ψευτιά και την κοινωνική υποκρισία. Αυτό το υπαρξιακό δίλημμα —να είσαι ειλικρινής με κάθε κόστος ή να προσαρμοστείς για να επιβιώσεις— με απασχόλησε και με απασχολεί βαθιά, και η ενασχόληση με το έργο λειτούργησε σχεδόν καθαρτικά. Μέσα από τη μετάφραση, είχα την ευκαιρία όχι μόνο να ξαναδώ το έργο με νέα μάτια, αλλά και να εξερευνήσω προσωπικά ερωτήματα για τη σχέση μου με την αλήθεια, τη συμβατικότητα και τον κοινωνικό συμβιβασμό.
Η γλώσσα του Μολιέρου είναι ποιητική, έμμετρη και αιχμηρή. Πώς ισορρόπησες ανάμεσα στη διατήρηση της φόρμας και στην ανάγκη να ακουστεί ζωντανή και σύγχρονη στα ελληνικά;
Η ισορροπία ανάμεσα στη διατήρηση της ποιητικής, έμμετρης φόρμας του Μολιέρου και στην ανάγκη να ακουστεί ζωντανή και σύγχρονη στα ελληνικά ήταν μία από τις πιο μεγάλες προκλήσεις για μένα. Ο Μολιέρος γράφει σε στίχο, με έναν ρυθμό που ενισχύει τη θεατρικότητα του έργου, ενώ ταυτόχρονα η γλώσσα του είναι γεμάτη από αιχμηρούς διαλόγους, έξυπνους αφορισμούς και λογοπαίγνια. Ο στόχος ήταν να αποδώσω την ίδια ένταση και ζωντάνια, αλλά χωρίς να χάνω την ουσία της γλώσσας του. Η ανάγκη για σύγχρονη γλώσσα είναι σημαντική γιατί, αν και το έργο έχει μια διαχρονική διάσταση, το κοινό του σήμερα μπορεί να απογοητευτεί αν η γλώσσα φαίνεται πολύ ξεπερασμένη ή αφηρημένη. Η πρόκληση ήταν να κρατήσω την αίσθηση του κλασικού, αλλά ταυτόχρονα να κάνω το κείμενο πιο προσιτό και φυσικό για τον σημερινό θεατή. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι έπρεπε να "μεταφράσω" τη φόρμα του Μολιέρου και όχι απλώς να την "αντιγράψω". Διατήρησα την έμμετρη μορφή στους διαλόγους, αλλά προσάρμοσα τους ρυθμούς και τις λέξεις έτσι ώστε να ακούγονται φυσικά και ζωντανά στην ελληνική γλώσσα, χωρίς να χάσουν τη σκωπτική ή την ευφυή χροιά του πρωτοτύπου. Όταν χρειάστηκε να προσαρμόσω κάποιες φράσεις ή λέξεις, το έκανα με τρόπο που να διατηρεί το πνεύμα του κειμένου, αλλά να είναι κατανοητό και "ζωντανό" για τον αναγνώστη του σήμερα.

Όταν μεταφράζεις, σκέφτεσαι από την αρχή και τον τρόπο που θα παιχτεί το κείμενο στη σκηνή;
Ναι, η αλήθεια είναι ότι είχα εξ’ αρχής στο νου μου πώς το κείμενο θα παιχτεί στη σκηνή. Η θεατρική μετάφραση δεν είναι απλώς μια γλωσσική διαδικασία, αλλά και μια σκηνική, αφού το κείμενο προορίζεται να "ζωντανέψει" μπροστά στο κοινό. Αυτό σημαίνει ότι, πέρα από τη σωστή απόδοση του νοήματος, έπρεπε να σκεφτώ την απόδοση των συναισθημάτων, των ρυθμών, και της δραματουργίας του έργου. Ο Μολιέρος άλλωστε ήταν πολύ συνειδητός για τη θεατρικότητα των διαλόγων του, οπότε προσπαθούσα να φανταστώ τη σκηνή καθώς μετέφραζα: πώς θα το έπαιζα εγώ ως ηθοποιός, πώς θα κινούμουν, πώς θα τόνιζα κάθε λέξη, ποια είναι η ένταση της στιγμής. Όλα αυτά τα στοιχεία βοηθούν να διατηρηθεί η αυθεντικότητα του έργου και η συναισθηματική ένταση του κειμένου, ακόμη και όταν γίνεται μετάφραση. Πρέπει να υπάρξει μια ισχυρή σύνδεση μεταξύ του γραπτού λόγου και της σκηνικής εκτέλεσης, ώστε να φτάσει το έργο στο κοινό με την ίδια ενέργεια και δύναμη που είχε όταν γράφτηκε.
Ως ηθοποιός, ερμηνεύεις την Αρσινόη, έναν χαρακτήρα με έντονα στοιχεία ειρωνείας και κοινωνικής κριτικής. Πώς την έχτισες;
Η Αρσινόη είναι ένας από τους πιο ενδιαφέροντες και πολύπλοκους χαρακτήρες του Μισάνθρωπου. Για να την ερμηνεύσω, έπρεπε να εμβαθύνω στις αντιφάσεις της και στην ιδιαιτερότητα της κοινωνικής της παρουσίας. Από τη μία, η Αρσινόη εμφανίζεται σαν μία γυναίκα που τη διακρίνει η κοινωνική δεξιοτεχνία και η στρατηγική της συμπεριφορά, ενώ από την άλλη, η ειρωνεία και η υποκρισία που την χαρακτηρίζουν τη μετατρέπουν σε μια δυναμική φιγούρα κοινωνικής κριτικής. Η Αρσινόη, όπως και οι περισσότεροι χαρακτήρες του Μολιέρου, έχει μια διπλή διάσταση: φαίνεται ότι προσποιείται τη "μοιραία γυναίκα" με την ικανότητα να ελίσσεται κοινωνικά, ενώ στην πραγματικότητα, είναι γεμάτη υποκρισία και φοβίες και επιθυμεί να επηρεάζει και να ελέγχει τους γύρω της. Αυτή η αντίφαση είναι που δημιουργεί το κωμικό στοιχείο του χαρακτήρα, αλλά ταυτόχρονα και την έντονη κοινωνική κριτική. Είναι μία γυναίκα που χρησιμοποιεί την αρετή και την ηθική για να αποκτήσει εξουσία, αναγκάζοντας το κοινό να αναρωτηθεί αν και οι ίδιοι σε κάποιες περιπτώσεις προσποιούμαστε για να επιτύχουμε κάτι.

Η διπλή ιδιότητά σου (μεταφράστρια–ερμηνεύτρια) σου έδωσε κάποιο πλεονέκτημα στην προσέγγιση του ρόλου;
Ναι, μου έδωσε ένα σημαντικό πλεονέκτημα. Η διαδικασία της μετάφρασης είναι από μόνη της μία διαδικασία "ανάγνωσης" και εμβάθυνσης στο έργο σε βάθος. Όταν μελετάς το κείμενο για να το μεταφράσεις, ουσιαστικά το ξαναδημιουργείς μέσα στο μυαλό σου, αναλύοντας τις λέξεις, την ένταση των διαλόγων, τις νύξεις και τις αμφισημίες. Η ίδια η διαδικασία της μετάφρασης απαιτεί μια συνεχή ευαισθησία στους ρυθμούς, τις φόρμες και τα νοήματα. Όταν μεταφράζεις έναν θεατρικό χαρακτήρα, σκέφτεσαι πώς θα "μιλήσει" στη σκηνή, πώς θα επιτεθεί με τα λόγια της και πώς θα "παίξει" με την ειρωνεία και την υποκρισία της. Αυτή η συνειδητότητα του πώς το κείμενο θα αποδοθεί στον θεατρικό χώρο με βοήθησε να προσδώσω στις κινήσεις και τις λέξεις της Αρσινόης μια φυσικότητα και μια αμεσότητα, που θεωρώ ότι είναι κρίσιμη για να αποδοθεί η αυθεντικότητα του ρόλου.
Το έργο μιλάει για την υποκρισία, την αδυναμία της αγάπης να βρει ισορροπία, τη μοναξιά. Ποιο από αυτά τα θέματα σε αγγίζει πιο προσωπικά;
Αναμφίβολα, το θέμα της υποκρισίας είναι εκείνο που με αγγίζει πιο προσωπικά. Η υποκρισία, με την έννοια του να λέμε κάτι και να εννοούμε κάτι διαφορετικό, είτε για κοινωνικούς λόγους είτε για προσωπική εξυπηρέτηση, είναι κάτι που συνήθως λειτουργεί σαν μια κοινωνική ασπίδα ή "άμυνα". Από την πλευρά του Μολιέρου, η υποκρισία παρουσιάζεται με έναν εξαιρετικά σατυρικό τρόπο, ειδικά μέσα από χαρακτήρες όπως η Αρσινόη, που εκφράζουν τα "ήθη" μιας κοινωνίας που κρύβει τις πραγματικές της προθέσεις πίσω από μια μάσκα αρετής ή συμμόρφωσης. Το να προσποιείσαι κάτι που δεν είσαι, να καλύπτεις τα αληθινά σου συναισθήματα ή τις προθέσεις σου με μία κοινωνική μάσκα, είναι κάτι που στη σύγχρονη κοινωνία γίνεται ολοένα και πιο διακριτό.

Η παράσταση Ο Μισάνθρωπος, του Μολιέρου, σε σκηνοθεσία Γιάννη Μπουραζάνα, παρουσιάζεται από τις 15 Οκτωβρίου 2025 στο Altera Pars. Για εισιτήρια κάνε κλικ εδώ.