Η μετασοβιετική αισθητική αποτελεί εδώ και χρόνια διαδικτυακή εμμονή - αν όχι μία νέα γλώσσα - και μερικοί από τους πιο επιδραστικούς εκπροσώπους της είναι "κεφάλαια" στην παγκόσμια βιομηχανία μόδας.
Εδώ και περισσότερο από μία 5ετία η μετασοβιετική αισθητική αποτελεί έναν ξεχωριστό κόσμο του διαδικτύου. Ένα ψηφιδωτό από memes, νοσταλγικές φωτογραφίες και στιλιστικούς κώδικες στα οποία συναντιέται το τραύμα της "Σοβιετίας", το βαλκανικό φολκλόρ, ο σοσιαλιστικός μοντερνισμός, ο μπρουταλισμός και η σλαβική ιδιοσυγκρασία. Αυτό το μείγμα από μπετόν, γκρίζο, μπροκάρ και χριστιανορθόδοξη εικονογραφία ασκεί σφοδρή γοητεία πρωτίστως στη γενιά των Millennials και κατόπιν στην πρώιμη Gen Z κυρίως επειδή έχει ταυτιστεί με τις τελευταίες μνήμες από έναν αναλογικό κόσμο.
Τα αδέρφια που άνοιξαν το δρόμο

Για τους λίγους μυημένους σε αυτό το ψηφιακό σύμπαν, η κυριαρχία της μετασοβιετικής αισθητικής δεν είναι κάτι καινούργιο. Έντεκα χρόνια πριν μας σύστησαν σε αυτή τα αδέρφια Gvasalia από τη Γεωργία, δηλαδή ο Guram και o Demna, ιδρύοντας τα Vetements, αυτό το πρωτοπόρο brand που εξωράισε τα μίζερα χρώματα και τις "γωνίες” του σοβιετικού κόσμου σε τέτοιο σημείο που έσπασε το φράγμα του underground και μεταπήδησε στην υψηλή μόδα. Ο Demna πολύ γρήγορα ξεχωρίζει και γίνεται ο νέος καλλιτεχνικός διευθυντής του οίκου Balenciaga εμποτίζοντας τον ιστορικό οίκο με τις σκοτεινές εικόνες μέσα στις οποίες ανδρώθηκε και έκτοτε εξαπλώνονται παγκοσμίως σαν ένας ξεχωριστός στιλιστικός κώδικας.
Τον αγκαλιάζουν τα neo-rave kids των μεγάλων Ευρωπαϊκών πόλεων και η underground νεολαία των πρώην σοβιετικών χωρών - άλλοι στην αυθεντική εκδοχή της, την οποία μπορεί να υποστηρίξει οικονομικά, άλλοι κοπιάροντάς τη - άλλωστε, αυτό το τελευταίο ήταν και το όραμα των αδερφών Gvasalia. Το φαινομενικά οικείο, προσιτό, εκείνο που σου θυμίζει ότι μικρός έπαιρνες τα ρούχα του μεγαλύτερου αδερφού σου που δεν του κάνουν πια.
Ένα από τα βασικότερα παρακλάδια της μετασοβιετικής αισθητικής - η βαλκανική (σ. καμία βαλκανική χώρα δεν ανήκε στην ΕΣΣΔ ήταν όμως χώρες του λεγόμενου ανατολικού μπλοκ - δηλαδή βρίσκοναν άμεσα στη σφαίρα επηροής της, ήταν στένοι σύμμαχοι και είχαν κομμουνιστικά καθεστώτα. Η Ελλάδα, δεν ήταν μία από αυτές, ωστόσο, πέρα από τη γεωγραφική θέση, η κοινή θρησκεία, τα ήθη, τα έθιμα, η μουσική, ακόμα και η κουζίνα, καθώς και η… "αργή” ευρωπαϊκή πορεία - στην περίπτωσή μας, σε επίπεδο συνείδησης καθώς η ένταξή μας σε αυτή έγινε το 1981 - μας καθιστούν μέρος αυτής αισθητικής, τουλάχιστον μέχρι τα μέσα των 90’s.) έγινε key word της καθημερινότητάς μας όταν το 2024 η Μαρίνα Σάττι μάς εκπροσώπησε στη Eurovision. Ο ήχος και τα visuals της Μαρίνας επικρίθηκαν για το έντονο βαλκανικό τους χρώμα.
Από Σάττι - "Copy καρμπόν"

Τιμώντας τη βαλκανική κουλτούρα και αισθητική η Σάττι και η στιλίστριά της, Georgia Tal, εμπιστεύτηκαν το λονδερέζικο brand Chopova Lowena για ένα από τα πιο δυνατά outfits του βίντεο κλιπ του "Zari”, η συνολική στιλιστική επιμέλεια του οποίου σόκαρε τις απανταχού "fashion police” του εγχώριου τηλεοπτικού τοπίου - που για πολλούς από εμάς που είμαστε βολικά εγκλωβισμένοι στα eco chambers μας λειτουργεί αφυπνιστικά ως αντιπροσωπευτικό δείγμα της ελληνικής κοινής γνώμης - αλλά και των social media. Ιδρύτριες του brand Chopova Lowena είναι οι Emma Chopova και Laura Lowena οι οποίες συνδυάζουν την καταγωγή με το πάθος για μόδα δημιουργώντας εκκεντρικά ενδύματα που έχουν να πουν μία ιστορία.

Η Chopova έχει καταγωγή από τη Βουλγαρία και εμπνέεται από τις παραδοσιακές φορεσιές του τόπου της. Για φούστες σαν αυτή που φόρεσε η Σάττι, το δίδυμο του brand αναζητά vintage βουλγάρικες φορεσιές και ποδιές τις οποίες ανακυκλώνει χρησιμοποιώντας παραδοσιακές τεχνικές χειροτεχνίας. Η Lowena από την άλλη είναι παθιασμένη με την αναρρίχηση για αυτό και η δερμάτινη ζώνη αυτής της signature φούστας συγκρατείται από καραμπίνερ, ενώ άλλες από τις συλλογές του brand διαθέτουν δερμάτινους ιμάντες και αγκράφες. Το brand έχει ήδη κερδίσει διεθνή αναγνώριση με τα shows του να είναι ανάμεσα σε εκείνα που δίνουν νέα πνοή στην Εβδομάδα Μόδας του Λονδίνου, ενώ οι φούστες τους έχουν γίνει αντικείμενα λατρείας σε τέτοιο επίπεδο που κοπιάροντε ανηλεώς από μεγάλους online retailers.
Η ιδιοσυγκρασιακή περίπτωση του Tommy Cash

Μένουμε σε ρυθμό Eurovision με την απίστευτη περίπτωση εννοιολογικού καλλιτέχνη (κι ας μας συστήνεται ως ράπερ) Tommy Cash. Ο Εσθονός που έγινε γνωστός στο ευρή κοινό μέσα από τη συμμετοχή του στη Eurovision του 2025 στην οποία και κατέκτησε την 3η θέση με το tounge-in-cheek hit "Espresso Macchiato” δεν είναι άγνωστος στους θιασώτες της μετασοβιετικής αισθητικής. Αντίθετα, είναι ένας από τους εξέχοντες κομιστές της.
Γεννημένος το 1991 συστήθηκε στον κόσμο ανακυρρήσοντας τον εαυτό του τον πιο διάσημο Εσθονό ράπερ παγκοσμίως αποδεικνύοντας τη δύναμη του manifesting. Κάτασπρο δέρμα, μακριά σκούρα ξανθά μαλλιά, εξαιρετικά λεπτό μουστάκι χωρισμένο στα δύο - σαν ένα έξτρα σετ φρύδια - ηδυπαθές βλέμμα και βαριά σλάβικη προφορά είναι τα βασικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα της εξωφρενικής περσόνας του Tommy Cash. Ο ήχος του χαρακτηρίζεται ως post – soviet rap, δηλαδή trap με έντονα ηλεκτρονικά στοιχεία που έλκουν τις αναφορές τους από τη europop των ‘90s. Ενδεχομένως όμως αυτός ο ήχος να μην είχε την ίδια δυναμική αν δεν συνοδεύονταν από ένα ολόκληρο εικονοπλασικό σύμπαν που περιλαμβάνει την αγάπη για το γκροτέσκο, το προκλητικό, το meta.
Ο Tommy γίνεται vrial το 2016 με το βίντεο κλιπ για το κομμάτι του Winaloto, σε δική του σκηνοθεσία. Μεγαλωμένος σε μία ρώσικη γειτονιά του Ταλίν από φτωχή οικογένεια - οι γονείς του εμπορεύονταν αντιγραφές προϊόντων brands όπως η Adidas από τη Μόσχα και τα πωλούσαν σε παζάρια του Ταλίν, κάτι που "ξόρκισε” μετέπειτα δημιουργώντας τη δική του σειρά ρούχων "Kenye East” στην όποια για πράδειγμα περιλαμβάνονταν κάλτσες Adimas ή Adidag -, ο Tommy Cash περιπλανιέται με την παρέα του στους δρόμους της γειτονιάς τους κάνοντας γκραφίτι και έρχεται σε επαφή με το ραπ το 2003 όταν ακούει για πρώτη φορά Eminem. Γράφεται σε μαθήματα freestyle χορού και εμπνέεται ακόμη περισσότερο από το σύμπαν του χιπ – χοπ. Τότε είναι που αποφασίζει να παρατήσει το σχολείο για γίνει καλλιτέχνης - είτε χορευτής, είτε visual artist, όπως έχει δηλώσει σε συνέντευξή του. Τελικά, θα τα κάνει όλα αυτά και πολλά περισσότερα.
Όταν ο Tommy Cash κάθεται στην πρώτη σειρά ενός fashion show, δεν είναι απλώς ένας ακόμη καλεσμένος, εκτελεί μία περφόρμανς. Έχει εμφανιστεί στις Εβδομάδες Μόδας ντυμένος, μεταξύ άλλων, μωρό σε βρεφικό καροτσάκι, μίμος, άνθρωπος που κοιμάται στο κρεβάτι του, τραπέζι με πιάτα θαλασσινών και καθαρίστρια.
Οι συνεργασίες του με κορυφαίους οίκους και σχεδιαστές θολώνουν τα όρια μεταξύ μόδας και τέχνης. Ξεχωρίζει η βαθιά και πολυεπίπεδη σχέση του με τον Rick Owens (αλλά και τη σύζυγό του Michele Lamy). Εκτός από τη συμμετοχή του σε shows του Owens δημιούργησαν μαζί την έκθεση "The Pure and the Damned" στο Ταλίν που παρουσίαζε έργα όπως ένα γλυπτό με τους δύο καλλιτέχνες δεμένους μαζί και ένα δείγμα σπέρματος του Cash σε θήκη ασφαλείας. Μετρά επίσης συνεργασίες με τον Maison Margiela - ξεχωρίζουμε τις παντόφλες σε σχήμα φραντζόλας ψωμιού -, την Adidas, για την οποία δημιούργησε τα "μακρύτερα sneakers στον κόσμο", ένα ζευγάρι παπούτσια μήκους ενός μέτρου, την Kappa, η οποία περιλάμβανε μια συλλογή ρούχων, καθώς και την παρουσίαση ενός δονητή με το λογότυπο της εταιρείας, αλλά και με τους οίκους Balenciaga και Jean Paul Gultier.
Η μυστιριώδης στιλίστρια

Ένα ακόμη παιδί του μετασοβιετικού κόσμου που διαπρέπει αυτή τη στιγμή στην βιομηχανία, είναι η Lotta Volkova, μία από τις πιο επιδραστικές αλλά και αινιγματικές φιγούρες της σύγχρονης μόδας. Γεννημένη στο Βλαδιβοστόκ της Ρωσίας το 1984, μετακόμισε στο Λονδίνο σε ηλικία 17 ετών για να σπουδάσει στο Central Saint Martins. Αρχικά ξεκίνησε ως σχεδιάστρια ρούχων με το δικό της brand Lotta Skeletrix, αλλά σύντομα μεταπήδησε στον χώρο του styling, όπου και διακρίθηκε για το ιδιαίτερο, ανατρεπτικό της βλέμμα. Η Volkova έγινε διεθνώς γνωστή ως η στενή συνεργάτιδα του Demna, τόσο στα Vetements όσο και στην Balenciaga, παίζοντας κομβικό ρόλο στην αισθητική που καθόρισε τη μόδα της δεκαετίας του 2010.
Όπως η ίδια έχει δηλώσει σε μία από τις σπάνιες συνεντεύξεις της, γνώρισε τον Demna σε ένα πάρτι και ο σχεδιαστής της έδειξε το lookbook της πρώτης του συλλογής. "Ωραία ρούχα, κακό styling” του απάντησε η Volkova και αυτή η ειλικρνής απόκριση ήταν αρχή μιας υπέροχης συνεργασίας. Από το 2020 είναι πίσω από την νέα εικόνα του "messy girl” της Miu Miu που έκτοτε φέρνει το brand στις υψηλές θέσεις της λίστας του δείκτη Lyst.

Παράλληλα έχει τα δικά της ανεξάρτητα projects με άλλους πολυτελείς οίκους και mega brands όπως η Adidas. Το ύφος της Lotta Volkova είναι το πιο αναγνωρισμένο παγκοσμίως αυτή τη στιγμή, ακόμα κι αν δεν γνωρίζεις ποια είναι η ίδια. Αυτό συμβαίνει καθώς έχει πλήρη επίγνωση της στιλιστικής πραγματικότητας. Ήδη από το 2016 δήλωνε: "Δεν υπάρχουν πια νέες υποκουλτούρες να ανακαλύψει κανείς, τουλάχιστον στον δυτικό κόσμο. Αυτό που υπάρχει είναι περισσότερο ένα remix πληροφοριών”.
Ο fashion blogger

O Γεωργιανός Beka Gvishiani είναι ο διαχειριστής ενός από τα πιο δημοφιλή fashion Instagram accounts εκεί έξω, του Style Not Com μιας τομής στο πώς δημιουργείται και μοιράζεται το περιεχόμενο σχετικά με τη μόδα. Το template του Style Not Com, δηλαδή τα άσπρα γράμματα με γραμματοσειρά Arial Bold σε μπλε του κοβαλτίου φόντο, είναι επηρεασμένο από το logo της πλέον κλειστής παριζιάνικης μπουτίκ Colette, ενώ το όνομα είναι μια έμμεση παραπομπή στο site style.com, το οποίο επίσης δε λειτουργεί πια, αλλά υπήρξε εμβληματικό για τα πρώτα βήματα των online περιοδικών μόδας.
O Beka Gvishiani έκανε το αδιανόητο. Στο μέσο που οφείλει την επιτυχία του στη δύναμη της εικόνας, το Instagram, εκείνος, περιφρονώντας την παντελώς, έβαλε οτιδήποτε απασχολεί τη βιομηχανία –fashion news, reviews, drops συλλογών, γενέθλια θρύλων της μόδας, ανακοινώσεις θανάτων, μεταγραφές ανάμεσα σε μεγάλους οίκους, σκάνδαλα– μέσα σε ένα μπλε τετραγωνάκι, περιγεγραμμένο με ελάχιστες λέξεις σε ευανάγνωστη λευκή γραμματοσειρά με κεφαλαία γράμματα.
Το Style Not Com εκδημοκρατίζει με τον πιο ευφάνταστο και ανατρεπτικό τρόπο την πρόσβαση στην πληροφορία επιβεβαιώνοντας ότι το μυστικό στη νέα εποχή του fashion blogging βρίσκεται στο πώς θα αμπαλάρεις το περιεχόμενό σου.
Το εθνικό fashion icon

Δεν γίνεται να μιλάμε για τα μετασοβιετικά παιδιά που κάνουν τη μόδα να κινείται χωρίς να αναφέρουμε τη δική μας Τάμτα, το εθνικό μας fashion icon. Γεννημένη στη Γεωργία το 1981, η Τάμτα μετακόμισε στην Ελλάδα στα τέλη των 90s, όπου και ξεκίνησε την καριέρα της, κατακτώντας το ευρύ κοινό με την ιδιαίτερη φωνή της, αλλά και με το προσωπικό της στιλ. Η σχέση της με τη μόδα είναι στενή, συνεχής και εξελισσόμενη. Σχετικά νωρίς κατάφερε να ξεφυγεί από τις στιλιστικές νόρμες της εποχής της και αστιαδιακά καθιερώθηκε για τις τολμηρές της εμφανίσεις, εντάσσοντας avant-garde στοιχεία στο προσωπικό της ύφος, πολύ πριν αυτά γίνουν τάση.
Πλέον κάθε της εμφανίση ισορροπεί ανάμεσα στο pop και το conceptual, τη street αισθητική και την couture υπερβολή, ενώ συχνά οι επιλογές της είναι τόσο fashion forward που δύσκολα γίνονται κατανοήτες από το κοινό. Στην πορεία της έχει συνεργαστεί με μεγάλους Έλληνες σχεδιαστές όπως MI-RO, Celia Kritharioti, Vrettos Vrettakos και Mary Katrantzou, τα τελευταία χρόνια ωστόσο έχει στρέψει την προσοχή της σε ανερχόμενα πρόσωπα της έγχωριας και διεθνούς μόδας. Πλέον ενσωματώνει τα performative στοιχεία της αιρετικής σκηνικής της παρουσίας, που παίζει διαρκώς με διαφορετικές κουλτούρες και ρεύματα, σε κάθε της εμφάνιση αντιμετωπίζοντας ουσιαστικά τη μόδα ως τέχνη.
Γιατί τα παιδιά του πρωήν ανατολικού μπλοκ είναι τόσο λαίμαργα για τη μόδα; Μεγαλώνοντας σε ένα επισφαλές περιβάλλον, με τους περισσότερους να έχουν ένοπλες συρράξεις, βομβαρδισμούς και ανέχεια ως παιδικές μνήμες, κοιτάζαν με λαχτάρα τον δυτικό κόσμο άναμεσα από τις ρωγμές του ιδεολογικού τείχους. Αυτό το εκρηκτικό συνονθύλευμα τραύματος και επιθυμίας γεννά σχεδόν πάντα doers και εν δυναμεί δημιουργούς που επιστρατεύουν τη φαντασία και εν προκειμένω, τον πιο καλειδοσκοπικό κόσμο, αυτόν της μόδας, για να ξεφύγουν από κάθε ζοφερή συνθήκη.